ἤ Γύρω ἀπὸ μιὰ λιτὴ μέν, ἀλλὰ τόσο ἀξιοπρόσεκτη ἔκδοση
Τὸ νέο Λεύκωμα ποὺ πρόσφατα κυκλοφορήθηκε ἀπὸ τὸν Πολιτιστικὸ καὶ ‘Εξωραϊστικὸ Σύλλογο τῆς Γλώσσας, μὲ τἰτλο «Ἀντίδοτο στὴ λήθη», εἶναι στ’ἀλήθεια μιὰ ἀποκάλυψη: Ἀποκάλυψη πανίερη, φωτεινή καὶ ἀρυτίδωτη μέσα στὸ στοίβαμα τῶν χρόνων. Γιατὶ εἶναι ἀναμφίβολα μιὰ εἰκονικὴ μέν, ἀλλὰ κι ἀθάνατη συνάμα, σύναξη συμπεριφορῶν καὶ προσώπων, ποὺ σήμερα μᾶς ἀντικρύζουν ἀπὸ τὸ μεγάλο φεγγίτη ποὺ τοὺς ἔχει παραχωρήσει ὁ Θεός, ὥστε νὰ μᾶς παρατηροῦν κι ἀκόμα νὰ μᾶς καμαρώνουν ἤ καὶ νὰ θλίβονται - κάπου-κάπου.
Κι αὐτὸ ἀνάλογα μὲ τὶς πράξεις μας, τὴ στάση μας ἀπέναντι στὴν κληρονομιὰ ποὺ μᾶς πρόσφερα. Μὲ κορυφαία μαρτυρία ἐκείνη τῆς Μνήμης, ποὺ δὲν τοὺς ἀστοχᾶ, δὲν τοὺς παραμερίζει, δὲν τοὺς ἐξαφανίζει, ἀλλὰ τοὺς ἔχει ἀναμέσά μας. Σκιὲς ἰερὲς λές, ἀπὸ ἕνα χτὲς ἀχνοφωτισμένο μέν, ἀλλὰ κι ἁγιασμένο φερμένες.
Γι’αὐτὸ κι ἀναριγᾶς, ὅταν π. χ. ἀντικρύζεις τὸ πανηγύρι στὸ ἱστορικὸ καὶ τόσο γραφικὸ μονύδριο τῶν Ταξιαρχῶν ( σελ. 20), τὰ παλιὰ καΐκια στὸ Λουτρακι, ἐκεῖνα δηλαδή, ποὺ γιὰ χρόνους πολλοὺς καὶ δύσκολους τροφοδοτοῦσαν τὰ χωριὰ Γλώσσα καὶ Κλήμα μὲ τρόφιμα, οἰκοδομικὰ ὑλικά, ἀκόμα καὶ ζῶα, τὰ ὁποῖα φέρνανε ἀπὸ τὸ Βόλο ( σελ. 25). Κι ἄν συνεχίσεις τὸ φυλλομέτρημα θὰ σταθεῖς μὲ ἱερὸ δέος καὶ ἄφατη συγκίνηση σὲ φωτογραφίες ἀπὸ Γάμους ἤ ἀρραβῶνες.( σελ. 27-29). Εἰκόνες ποὺ κρυσταλλώνουν μέσα στὸ Χρόνο τὴν ἀγωνία καὶ τὸν ἀγώνα τῶν γονιῶν ἴσαμε νὰ καμαρώσουν τὸ κορίτσι τους νύφη (Στ᾿ ἀλήθεια, πόσα δὲ μᾶς διδάσκει τὸ βλέμμα τοῦ πάτέρα ποὺ ὁδηγεῖ τὴ στολισμένη νύφη κόρη του στὴν ἐκκλησία!!!! ( σελ. 29)
Κι ἀκόμα πόσα δὲν μᾶς θυμίζουν, ἐμᾶς τοὺς παλιότερους, ἐκεῖνα τὰ ἀρχαῖα ἐργαστήρια ἐπεξεργασίας τοῦ ἐλαίόκαρπου καὶ τὴν μεταποίησή του σὲ φρέσκο, κεχριμπαρένιο λάδι, ποὺ μύρωνε ὅλο τὸ χωριό. Ἀλήθεια, ξεχνιοῦνται οἱ παλιὲς χειροκίνητες μηχανὲς ποὺ «πατοῦσαν τὸ λάμα»καὶ ἄφηναν νὰ βγεῖ τὸ νέο τὸ λάδι μέσα στὴν παλιὰ τὴν «κάσα». ( σελ. 45, πρωτη φωτ.)
Πολλὰ θὰ μπορούσα νὰ γράψω ἀκόμα γιὰ τὰ σκληρά, μὲν ἀλλὰ τόσο χρήσιμα ἐπαγγέλματα τοῦ ράφτη – ποιὸς λησμονεῖ τὴν εὐγένεια καὶ καλλιτεχνία τοῦ μακαρίτη τοῦ κύρ Χρήστου τοῦ Ράφτη - τοῦ «παπτσῆ», μὲ τοὺς κορυφαίους μάστορες στὸ εἶδος τους, τοὺς ἀδελφοὺς Μακρή, ( σελ. 44), ἀλλὰ καὶ τὰ κορίτσια μὲ τὰ τελάρα ποὺ κεντοῦσαν ἐκεῖνα τὰ πολύχρωμα καὶ ἀθάνατα μαξιλάρια, γόβες, πασούμια κ. λ.π. Γιὰ νὰ μὴ συνεχίσουμε μὲ τὸ «λακο»τὸν ἀργαλειό, δηλ. ποὺ μετέβαλλε τὰ ἁπλᾶ κι ἄχρηστα κουρέλια σὲ ἐργόχειρο πολύχρωμο, χρήσιμο καὶ ἕτοιμο νὰ στολίσει τὸ σπίτι, ἀλλὰ καὶ τὸ σαμάρι τοῦ ἀγωγιάτη ( βλ. σελ. 47)
Τέλος μὲ σύθαμπο στὰ μάτια ἀντικρύζω καὶ πρόσωπα ποὺ ζήσαμε μιὰ ζωή σιμά τους, ὅπως τὸν συγχωριανό μου τὸν Διαμαντή ( τοὺ Διουμαdή, ὅπως τὸν προφέραμε στὸ χωρό μας) Χρ. Παλαιολόγο, ἀλλὰ καὶ τὴν Αὐξέντιο, τὸν Ξήντα, ὅπως τὸν λέγαμε, ποὺ μᾶς ξεπροβόδησε , ἀλλὰ καὶ μᾶς ὑποδέχτηκε τόσες καὶ τόσες φορές μὲ κεῖνο τὸ παλίο λεωφορεῖο, ποὺ ὅταν βράδυαζε τὰ φῶτα ποὺ εἶχε στὴν ὀροφή θύμιζαν φῶς καντηλιῶν σὲ ἐξωκκλήσι... Καὶ τόσα ἄλλα, ποὺ θὰ ἤθλελα νὰ γράψω, ὅπως ἀφήνω τὸν κάθε εὐαίσθητο Γλώσσιώτη μέσω τῶν εἰκόνων νὰ ταξιδέψει σ᾿ ἕνα χτές. Ἕνα χτὲς ποὺ ἔζησε κι εἶναι ἀκόμα μυρωμένο ἀπὸ βασιλικό, γαρύφαλο, ματζουράνα καὶ νυχτολούλουδο...
Κι ἕνας ἔσχατος λόγος γιὰ τὸν μακαριστὸ Ἐπίσκοπο Δημητριο Μακρῆ καὶ τοὺς καλοὺς κι ἀγαθοὺς ἀδελφούς καὶ συλλειτουργούς π. Κωνσταντῖνο Ὀρφανό, π. Παναγιώτη Παπαδημητρίου, π. Νικόλαο Εὐαγγελινό καὶ τὸν π. Βαρσαμᾶ Γλύνη. Ὅλοι τους ἄφησαν ἀνεξίτηλη τὴ σφραγίδα τους στὶς ἐνορίες ποὺ ἱεροπρεπῶς διακόνησαν
Ἀξίζει, λοιπόν, νὰ συγχαροῦμε ὅλοι μας τὴν Πρόεδρο, ἀλλὰ καὶ ὅλο τὸ ἐκλεκτὸ Συμβούλιο τοῦ ὡς ἄνω Συλλόγου, γι᾿ αὐτὸ τὰ τεκμήριο Ἱστορίας καὶ Μνήμης, Γλώσσιώτικης, Πλατανιώτικης Ἱστορίας καὶ Μνήμης δηλαδή, ποὺ εἴχανε τὴν εὐγένεια καὶ τὴν εὐαισθησία νὰ μᾶς παραδώσουν. Γιατὶ εἶναι ὄντως καὶ μιὰ φιλοτεχνημένη ἔκδοση, ποὺ μπορεῖ νὰ στολίσει τὸ σπίτι μας, μὰ πιὸ πολύ τὴν ψυχή μας.
Καλὴ συνέχεια, λοιπόν, πολυαγαπητοί μου γείτονες. Μακάρι νὰ σας μιμηθοῦν, τόσο ἡ Χώρα, ὅσο καὶ τὸ Κλήμα
π. κ. ν. κ. Δεκαπενταύγουστος 2020
ΣΧΟΛΙΑ