Πάμφωτη Μνήμη Εὐαγγέλου Διομή, ἱερέως καὶ Ἀλεξανδρου παπαΝικολάου Ξανθούλη, ἱεροψάλτου «Νόστος σημαίνει γυρισμό, ἐπιστροφή, ἐπίσκεψη» ( Στ. ...
Πάμφωτη Μνήμη Εὐαγγέλου Διομή, ἱερέως καὶ Ἀλεξανδρου παπαΝικολάου Ξανθούλη, ἱεροψάλτου
«Νόστος σημαίνει γυρισμό, ἐπιστροφή, ἐπίσκεψη» ( Στ. Ράμφος). Κι εἶναι ἀλήθεια αὐτό, γιατὶ κάθε χρόνο, μέρες ὡσὰν κι αὐτές ποὺ ἔρχονται, μέρες δηλαδή, ποὺ τιμᾶμε «τὴν δυάδα τὴν ἔνθεον» τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων, ὅλοι ἐμεῖς οἱ συνειδητοὶ κι ἀθεράπευτα δεμένοι μὲ τὸν τόπο μας Κληματιανοί, ἐπιστρέφουμε... Ναί, ἐπιστρέφουμε, ὅσο μακρυὰ κι ἄν εἴμαστε, ὅσο φορτωμένο πρόγραμμα ἔχουμε, ὅσο κι ἄν μᾶς πιέζουν θλίψεις καὶ ἀνάγκες ἀδυσώπητες. Καὶ τὴ χρειαζόμαστε αὐτὴν ἐπίσκεψη, σὲ ὦρες μὲ μέρες θερινὲς στο παλιό μας τὸ χωριό, γιὰ νὰ συνεορτάσουμε. Γιατὶ τὶ ἄλλο εἶναι ἡ πανήγυρις; Μιὰ σύναξη πιστῶν. «Τῶν συνελθόντων, δηλαδή, ἀλλὰ καὶ τῶν δι’εὐλόγους αἰτίας ἀπολειφθέντων». Ὅλων μας ἡ σύναξη ἐπιτελεῖται, λοιπόν, ἀπόψε κι αὔριο, γύρω ἀπὸ τὴν πανίερο καὶ θαυματουργὸ εἰκόνα τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων. Εἰκόνα φορτωμένη μὲ πολλὲς καὶ ποικίλες ἰκεσίες-αἰῶνες τώρα. Εἰκόνα, ποὺ ὁ κάθε( συνειδητὰ) ἐμπερίστατος Κληματιανὸς θεωρεῖ καὶ γινώσκει ὡς ἄλλη του βακτηρία, ὥστε νὰ ἐξέλθει ἀπὸ τὴν κάμινο τῶν ποικίλων ἀσθενειῶν καὶ παθῶν.
Ὅμως ἀπόψε κι αὔριο, τὸ εἶναι καὶ ἡ καρδία μας, ὅλων ἡμῶν τῶν «μακρὰ» παροικούντων προσέρχεται σὲ μιὰ παλιά, κλειστή, δυστυχῶς, ἐκκλησιά, ἐκείνη τὴν πρώτη ἐκκλησιά, ποὺ τὸ 1828 ἔκτισε ὁ Ἀγωνστὴς τοῦ 1821, ὁ καπετὰν-Στεριανὸς ἀπὸ τὸ Γομάτι τῆς Χαλκιδικῆς, πάροικος τότε στὸ χωριό μας. Μὲ πρώτο ἐφημεριο τὸν Γέροντα Γαβριὴλ ἀπὸ τοὺς Σοφαδες, ἐφησυχάζοντα στὸ μονύδριο τῶν Ἀγίων Ἀποστόλων, στὴ Γλώσσα.
Φυσικὰ ὑπῆρχε καὶ παλαιότερο ναὐδριο, ταπεινό καὶ φτωχό, μέχρι νὰ γίνει ἡ ἐκκλησιά, ποὺ τὸ τελικό της στάδιο, αὐτὸ ποὺ βλέπουμε, δηλαδή, σήμερα, τὸ ἔλαβε τὸ ἔτος 1878, διὰ συμβολῆς μαστρο Κωνστανὴ Τζουκαλά.Μνῆμες καὶ πρόσωπα, λοιπόν, ποὺ ἔρχονται ἀπόψε νὰ σταθοῦν σιμά μας, καθὼς ἀντικρύζουμε τοὺς φιλοτίμους περὶ τὰ θεῖα παλιοὺς Γλωσσιῶτες, νὰ ἔρχονται μὲ τὰ ζῶα τους, τὰ στολισμένα μὲ πολύχρωμα κιλίμια, μὲ τοὺς τροβαδες κρεμασμένους στὸ «κολιτσάκι»τοῦ σαμαριοῦ...Νὰ ἔρχονται στὸ τάμα τους, νὰ προσκυνήσουν, νὰ τιμήσουν τοῦ Ἁγίους μὲ τὶς γυναῖκες τους, ποὺ φορᾶνε τὴν καλὴ τὴ φουστάνα καὶ κατατᾶνε, πάνω στὸ σαμάρι ποὺ κάθονται, τὸ καλάθι μὲ τὴ λειτουργιά, τὸ λαδι, τὰ κεριά, μὰ πάνω ἀπ᾿ ὅλα νὰ ἔρχονται μὲ τὴν εὐλαβειά τους: σφραγίδα ἀνεξάληπτη....
Καὶ σταλάζουν τ᾿ ἀστέρια ψηλὰ δάκρυα κατανύξεως, καθὼς ψάλλεται ἡ Λιτὴ ἔξω στὴ μισοφωτισμένη πλατεία κι ἀπὸ τὸ ἀντικρυνὸ τὸ πέλαγος ἀνεβαίνει ἡ θεόσταλτη δροσιά καὶ σείει ἁπαλά τὶς φλόγες τῶν κεριῶν, ἀρωματίζοντας τὸν τόπο μὲ τὶς εὐωδιὲς τῆς νύχτας...
Κι ἀπὸ ἀπεναντι, ἀπὸ χωριὸ ξεχωρίζουν τὰ ἁπαλὰ τὰ φῶτα τῶν σπιτιῶν, ὡσὰν νὰ βλέπεις φωτισμένα κελλιὰ σὲ ἀγιορείτικη πλαγιά.
Ἄχραντες ὦρες, λοιππόν, ποὺ δὲν εἶναι εὔκολο νὰ λησμονηθοῦν, ἀλλὰ καὶ νὰ συγκριθοῦν μὲ τὸ σήμερα, γιατὶ εἶχαν ἁγνότητα, ἁπλότητα καὶ ἀληθινή πίστη.
Ὅπως δὲ ξεχνιέται ἡ λεμοναδα ἤ ἡ βανίλια με κρύο νερό, νερὸ ἀπὸ τὴ βρύση στὸν Πλάτανο, στοῦ μπαρμπα Χρυσόστομου τὸ φιλόξενο καφενεῖο...
Ἀπὸ τὸ βάθος τοῦ Χρόνου ἀνεβαίνουν ἀπόψε ὄλες αὐτὲς οἱ ἱερὲς σκιές καὶ ἀφήνουν στὴν ψυχὴ τὴν ἄχραντη παραμυθία τους... Συγκινημένοι τὶς εὐγνωμονοῦμε....
Καὶ τοῦ χρόνου.
30 Ἰουνίου
π. κ. ν. κ.
«Νόστος σημαίνει γυρισμό, ἐπιστροφή, ἐπίσκεψη» ( Στ. Ράμφος). Κι εἶναι ἀλήθεια αὐτό, γιατὶ κάθε χρόνο, μέρες ὡσὰν κι αὐτές ποὺ ἔρχονται, μέρες δηλαδή, ποὺ τιμᾶμε «τὴν δυάδα τὴν ἔνθεον» τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων, ὅλοι ἐμεῖς οἱ συνειδητοὶ κι ἀθεράπευτα δεμένοι μὲ τὸν τόπο μας Κληματιανοί, ἐπιστρέφουμε... Ναί, ἐπιστρέφουμε, ὅσο μακρυὰ κι ἄν εἴμαστε, ὅσο φορτωμένο πρόγραμμα ἔχουμε, ὅσο κι ἄν μᾶς πιέζουν θλίψεις καὶ ἀνάγκες ἀδυσώπητες. Καὶ τὴ χρειαζόμαστε αὐτὴν ἐπίσκεψη, σὲ ὦρες μὲ μέρες θερινὲς στο παλιό μας τὸ χωριό, γιὰ νὰ συνεορτάσουμε. Γιατὶ τὶ ἄλλο εἶναι ἡ πανήγυρις; Μιὰ σύναξη πιστῶν. «Τῶν συνελθόντων, δηλαδή, ἀλλὰ καὶ τῶν δι’εὐλόγους αἰτίας ἀπολειφθέντων». Ὅλων μας ἡ σύναξη ἐπιτελεῖται, λοιπόν, ἀπόψε κι αὔριο, γύρω ἀπὸ τὴν πανίερο καὶ θαυματουργὸ εἰκόνα τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων. Εἰκόνα φορτωμένη μὲ πολλὲς καὶ ποικίλες ἰκεσίες-αἰῶνες τώρα. Εἰκόνα, ποὺ ὁ κάθε( συνειδητὰ) ἐμπερίστατος Κληματιανὸς θεωρεῖ καὶ γινώσκει ὡς ἄλλη του βακτηρία, ὥστε νὰ ἐξέλθει ἀπὸ τὴν κάμινο τῶν ποικίλων ἀσθενειῶν καὶ παθῶν.
Ὅμως ἀπόψε κι αὔριο, τὸ εἶναι καὶ ἡ καρδία μας, ὅλων ἡμῶν τῶν «μακρὰ» παροικούντων προσέρχεται σὲ μιὰ παλιά, κλειστή, δυστυχῶς, ἐκκλησιά, ἐκείνη τὴν πρώτη ἐκκλησιά, ποὺ τὸ 1828 ἔκτισε ὁ Ἀγωνστὴς τοῦ 1821, ὁ καπετὰν-Στεριανὸς ἀπὸ τὸ Γομάτι τῆς Χαλκιδικῆς, πάροικος τότε στὸ χωριό μας. Μὲ πρώτο ἐφημεριο τὸν Γέροντα Γαβριὴλ ἀπὸ τοὺς Σοφαδες, ἐφησυχάζοντα στὸ μονύδριο τῶν Ἀγίων Ἀποστόλων, στὴ Γλώσσα.
Φυσικὰ ὑπῆρχε καὶ παλαιότερο ναὐδριο, ταπεινό καὶ φτωχό, μέχρι νὰ γίνει ἡ ἐκκλησιά, ποὺ τὸ τελικό της στάδιο, αὐτὸ ποὺ βλέπουμε, δηλαδή, σήμερα, τὸ ἔλαβε τὸ ἔτος 1878, διὰ συμβολῆς μαστρο Κωνστανὴ Τζουκαλά.Μνῆμες καὶ πρόσωπα, λοιπόν, ποὺ ἔρχονται ἀπόψε νὰ σταθοῦν σιμά μας, καθὼς ἀντικρύζουμε τοὺς φιλοτίμους περὶ τὰ θεῖα παλιοὺς Γλωσσιῶτες, νὰ ἔρχονται μὲ τὰ ζῶα τους, τὰ στολισμένα μὲ πολύχρωμα κιλίμια, μὲ τοὺς τροβαδες κρεμασμένους στὸ «κολιτσάκι»τοῦ σαμαριοῦ...Νὰ ἔρχονται στὸ τάμα τους, νὰ προσκυνήσουν, νὰ τιμήσουν τοῦ Ἁγίους μὲ τὶς γυναῖκες τους, ποὺ φορᾶνε τὴν καλὴ τὴ φουστάνα καὶ κατατᾶνε, πάνω στὸ σαμάρι ποὺ κάθονται, τὸ καλάθι μὲ τὴ λειτουργιά, τὸ λαδι, τὰ κεριά, μὰ πάνω ἀπ᾿ ὅλα νὰ ἔρχονται μὲ τὴν εὐλαβειά τους: σφραγίδα ἀνεξάληπτη....
Καὶ σταλάζουν τ᾿ ἀστέρια ψηλὰ δάκρυα κατανύξεως, καθὼς ψάλλεται ἡ Λιτὴ ἔξω στὴ μισοφωτισμένη πλατεία κι ἀπὸ τὸ ἀντικρυνὸ τὸ πέλαγος ἀνεβαίνει ἡ θεόσταλτη δροσιά καὶ σείει ἁπαλά τὶς φλόγες τῶν κεριῶν, ἀρωματίζοντας τὸν τόπο μὲ τὶς εὐωδιὲς τῆς νύχτας...
Κι ἀπὸ ἀπεναντι, ἀπὸ χωριὸ ξεχωρίζουν τὰ ἁπαλὰ τὰ φῶτα τῶν σπιτιῶν, ὡσὰν νὰ βλέπεις φωτισμένα κελλιὰ σὲ ἀγιορείτικη πλαγιά.
Ἄχραντες ὦρες, λοιππόν, ποὺ δὲν εἶναι εὔκολο νὰ λησμονηθοῦν, ἀλλὰ καὶ νὰ συγκριθοῦν μὲ τὸ σήμερα, γιατὶ εἶχαν ἁγνότητα, ἁπλότητα καὶ ἀληθινή πίστη.
Ὅπως δὲ ξεχνιέται ἡ λεμοναδα ἤ ἡ βανίλια με κρύο νερό, νερὸ ἀπὸ τὴ βρύση στὸν Πλάτανο, στοῦ μπαρμπα Χρυσόστομου τὸ φιλόξενο καφενεῖο...
Ἀπὸ τὸ βάθος τοῦ Χρόνου ἀνεβαίνουν ἀπόψε ὄλες αὐτὲς οἱ ἱερὲς σκιές καὶ ἀφήνουν στὴν ψυχὴ τὴν ἄχραντη παραμυθία τους... Συγκινημένοι τὶς εὐγνωμονοῦμε....
Καὶ τοῦ χρόνου.
30 Ἰουνίου
π. κ. ν. κ.
ΣΧΟΛΙΑ