(Ἱερὲς μνῆμες καὶ βιώματα ἄλλων καιρῶν καὶ συμπεριφορῶν) Μνήμη ἱερὴ Κωνσταντίνου καὶ Παναγιώτου τῶν ἱερέων, Δημητρίου ἱεροψάλτου Ἄχραντες θὰ...
(Ἱερὲς μνῆμες καὶ βιώματα ἄλλων καιρῶν καὶ συμπεριφορῶν)
Μνήμη ἱερὴ Κωνσταντίνου καὶ Παναγιώτου τῶν ἱερέων, Δημητρίου ἱεροψάλτου
Ἄχραντες θὰ εἶναι πάντοτε καὶ πανάγιες οἱ Μεγάλες Στιγμὲς Ὧρες τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς. Εὐωδιαστές, καθὼς τὶς ραίνει ἡ θεία Ἄνοιξη μὲ τὰ ποικίλα τῶν ἀνθοφοριῶν της ἀρώματα, ποὺ εὐφραίνουν, ἀλλὰ καὶ χαρμολυπικὰ κατανύσσουν τὶς ταπεινὲς ψυχές, οἱ ὁποῖες πορεύονται, λίαν πρωΐ, στῆς Μεγαλης Παρασκευῆς, δηλαδή, τὸ βουρκωμένο πρωϊνό, γιὰ τὴν ἐκκλησιά τους. Πορεύονται, ἀλλὰ τούτη τὴ μέρα στὰ χέρια τους κρατοῦν τὰ πλέον ἐκλεκτὰ ἄνθη, ποὺ ὁλόχρονα ἀνάθρευαν στὶς γλάστρες ποὺ στόλιζαν τὶς πεζοῦλες ἤ στα κηπάκια τους. Εἶναι τὰ ἄνθη, μὲ τὰ ὁποῖα θὰ στολίσουν τὸ ἱερὸ τοῦ Ἐπιταφίου Κουβούκλιο. Τὸν Τάφο τοῦ Κυριου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, δηλαδή. Ἄνθη μεγαλωμένα μὲ ὑπομονή, πίστη καὶ εὐλάβεια περισσή.
Σὲ χρόνια ἄλλα, χωρὶς τὶς εὐκαιρίες τὶς σημερινές, ὅπου καταφεύγουν πιὰ στὰ ἀνθοπωλεῖα γιὰ νὰ προμηθευτοῦν τὰ ἄνθη γιὰ τὸν στολισμὸ τοῦ Κουβουκλίου, σὲ ἄλλα χρόνια, λοιπόν, ποὺ τὰ στεφάνωνε ὁ κοινοτισμός, ἡ συλλογικὴ προσφορά, δηλαδή, ὅλων τῶν συγχωριανῶν. Γι᾿ αὐτὸ καὶ κομίζονταν τὰ ὡραιότερα τῶν ἀνθέων, συγκεντρώνονταν οἱ ἄριστες στολίστρες, συνέδραμαν ὅλοι, ὥστε νὰ φανεῖ ἕνα σύνολο καλώπισμένο καὶ ὡς ἄλλο ἄνθος εὐλαβείας κατατειθεμένο στὸν Μεγάλο Νεκρὸ Κύριο. Καὶ συνάζονταν ὅλοι κάτω ἀπὸ τὴ μεγαλη ἀγκαλιά Του, μικροὶ καὶ μεγάλοι, γιὰ νὰ ψάλλουν τὸν δικό τους, τὸν προσωπικό Ἐξόδιο Ὕμνο.
«Κύριε Θεέ μου, ἐξόδιον ὕμνον καὶ Ἐπιτάφιον ὠδήν Σοι ἄσομαι...»
Λόγια βγαλμένα ἀπὸ τὸ ἱερὸ καμίνι τῆς ψυχῆς. Ἀνυπόκριτα καὶ μὲ τὸ μεγαλεῖο τῆς εὐλάβειας ντυμένα. Λόγια, ποὺ αἰῶνες τώρα, στολίζουν, μαζὶ μὲ τὰ πολυτιμότερα τῶν λουλουδιῶν τοῦ χωριοῦ, τὸ ἱερὸ νεκροκρέβατο, πάνω στὸ ὁποῖο τίθεται «ὁ ὡραῖος κάλλει, παρὰ πάντας βροτούς...» Ὁ ὡραῖος κάλλει, ποὺ τίθεται, ὅπως ὅλοι οἱ κεκοιμημένοι, κάτω ἀπὸ τὸν μεγαλο πολυέλαιο καὶ τὸ βράδυ θὰ λιτανευτεῖ-εὐλογία πάντιμη-σὲ ὅλο τὸ χωριό.
Καί, «αἱ γεννεαὶ α}ι πᾶσαι ὕμνον τῆ ταφῇ Σου προσφέρουσι Χριστέ μου....»
Μακάριοι ὅσοι βιώνουν αὐτὲς τὶς Μεγάλες Ὧρες, τὶς κορυφαῖες τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς στιγμές, νοιώθοντας ὅτι σιμά τους εἶναι καὶ κείτεται ὁ δικός τους Ἰησοῦς, ὁ Σωτήρας τους. Ὁ δικός τους ἄνθρωπος, δηλαδή... Μακάριοι, λοιπόν, καὶ τρισμακάριοι...
π. κ. ν. κ
Μνήμη ἱερὴ Κωνσταντίνου καὶ Παναγιώτου τῶν ἱερέων, Δημητρίου ἱεροψάλτου
Ἄχραντες θὰ εἶναι πάντοτε καὶ πανάγιες οἱ Μεγάλες Στιγμὲς Ὧρες τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς. Εὐωδιαστές, καθὼς τὶς ραίνει ἡ θεία Ἄνοιξη μὲ τὰ ποικίλα τῶν ἀνθοφοριῶν της ἀρώματα, ποὺ εὐφραίνουν, ἀλλὰ καὶ χαρμολυπικὰ κατανύσσουν τὶς ταπεινὲς ψυχές, οἱ ὁποῖες πορεύονται, λίαν πρωΐ, στῆς Μεγαλης Παρασκευῆς, δηλαδή, τὸ βουρκωμένο πρωϊνό, γιὰ τὴν ἐκκλησιά τους. Πορεύονται, ἀλλὰ τούτη τὴ μέρα στὰ χέρια τους κρατοῦν τὰ πλέον ἐκλεκτὰ ἄνθη, ποὺ ὁλόχρονα ἀνάθρευαν στὶς γλάστρες ποὺ στόλιζαν τὶς πεζοῦλες ἤ στα κηπάκια τους. Εἶναι τὰ ἄνθη, μὲ τὰ ὁποῖα θὰ στολίσουν τὸ ἱερὸ τοῦ Ἐπιταφίου Κουβούκλιο. Τὸν Τάφο τοῦ Κυριου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, δηλαδή. Ἄνθη μεγαλωμένα μὲ ὑπομονή, πίστη καὶ εὐλάβεια περισσή.
Σὲ χρόνια ἄλλα, χωρὶς τὶς εὐκαιρίες τὶς σημερινές, ὅπου καταφεύγουν πιὰ στὰ ἀνθοπωλεῖα γιὰ νὰ προμηθευτοῦν τὰ ἄνθη γιὰ τὸν στολισμὸ τοῦ Κουβουκλίου, σὲ ἄλλα χρόνια, λοιπόν, ποὺ τὰ στεφάνωνε ὁ κοινοτισμός, ἡ συλλογικὴ προσφορά, δηλαδή, ὅλων τῶν συγχωριανῶν. Γι᾿ αὐτὸ καὶ κομίζονταν τὰ ὡραιότερα τῶν ἀνθέων, συγκεντρώνονταν οἱ ἄριστες στολίστρες, συνέδραμαν ὅλοι, ὥστε νὰ φανεῖ ἕνα σύνολο καλώπισμένο καὶ ὡς ἄλλο ἄνθος εὐλαβείας κατατειθεμένο στὸν Μεγάλο Νεκρὸ Κύριο. Καὶ συνάζονταν ὅλοι κάτω ἀπὸ τὴ μεγαλη ἀγκαλιά Του, μικροὶ καὶ μεγάλοι, γιὰ νὰ ψάλλουν τὸν δικό τους, τὸν προσωπικό Ἐξόδιο Ὕμνο.
«Κύριε Θεέ μου, ἐξόδιον ὕμνον καὶ Ἐπιτάφιον ὠδήν Σοι ἄσομαι...»
Λόγια βγαλμένα ἀπὸ τὸ ἱερὸ καμίνι τῆς ψυχῆς. Ἀνυπόκριτα καὶ μὲ τὸ μεγαλεῖο τῆς εὐλάβειας ντυμένα. Λόγια, ποὺ αἰῶνες τώρα, στολίζουν, μαζὶ μὲ τὰ πολυτιμότερα τῶν λουλουδιῶν τοῦ χωριοῦ, τὸ ἱερὸ νεκροκρέβατο, πάνω στὸ ὁποῖο τίθεται «ὁ ὡραῖος κάλλει, παρὰ πάντας βροτούς...» Ὁ ὡραῖος κάλλει, ποὺ τίθεται, ὅπως ὅλοι οἱ κεκοιμημένοι, κάτω ἀπὸ τὸν μεγαλο πολυέλαιο καὶ τὸ βράδυ θὰ λιτανευτεῖ-εὐλογία πάντιμη-σὲ ὅλο τὸ χωριό.
Καί, «αἱ γεννεαὶ α}ι πᾶσαι ὕμνον τῆ ταφῇ Σου προσφέρουσι Χριστέ μου....»
Μακάριοι ὅσοι βιώνουν αὐτὲς τὶς Μεγάλες Ὧρες, τὶς κορυφαῖες τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς στιγμές, νοιώθοντας ὅτι σιμά τους εἶναι καὶ κείτεται ὁ δικός τους Ἰησοῦς, ὁ Σωτήρας τους. Ὁ δικός τους ἄνθρωπος, δηλαδή... Μακάριοι, λοιπόν, καὶ τρισμακάριοι...
π. κ. ν. κ
Ο παλιός Επιτάφιος της Γλώσσας |
Ο ίδιος Επιτάφιος και σήμερα... |
ΣΧΟΛΙΑ