Της Αλεξίας Καπραβέλου, Φιλολόγου, M.Ed., Δ/ντριας Λυκείου Στην περίπτωση του κλειστού και απομονωμένου τόπου περισσεύει κάθε πικρία για τις...
Της Αλεξίας Καπραβέλου, Φιλολόγου, M.Ed., Δ/ντριας Λυκείου
Στην περίπτωση του κλειστού και απομονωμένου τόπου περισσεύει κάθε
πικρία για τις ματαιώσεις της ζωής, που επιφέρει κακία, φθόνο για τον
επιτυχημένο συνάνθρωπο, συντηρητισμό από την έλλειψη ουσιαστικής
επαφής -πέραν των συναλλαγών- με τον Άλλο, τον διαφορετικό ως προς τη
φυλή, γεωγραφική καταγωγή και εθνότητα, κοινωνική προέλευση, (μη
κυρίαρχη) ιδεολογία, θρησκευτικές πεποιθήσεις, νοοτροπία, τρόπο ζωής.
Η ημιμάθεια, που διαποτίζει ούτως ή άλλως όλη την ελληνική συντηρητική
-υποκριτική και καιροσκοπική, καλύτερα- κοινωνία εντείνεται στα μικρά
μέρη, αν κάποιος δεν έχει βγει ‘έξω’ και ‘παραέξω’. Παράδειγμα
αποτελεί η απαίτηση κάποιων επηρμένων ‘μονόφθαλμων’ για επιφανειακές
επιβραβεύσεις που λίγη σημασία έχουν για τη ζωή του νέου. Το
εξωφρενικό βέβαια είναι ότι οι επιβραβεύσεις πρέπει και είθισται να
δίδονται με συγκεκριμένο τελετουργικό και τυπικό, οπότε βεβαίως
εγκαλείται κάθε νέηλυς μεταρρυθμιστής. Όποιος εκφράζει την καινοτομία
και την ιδέα της ισότητας γίνεται στόχος επιθέσεων, επειδή θα τονίσει
ότι κάθε άνθρωπος μπορεί να ξεχωρίζει με σεμνότητα (όχι με
χειροκροτητές και αλαλαγμούς), ότι η αριστεία θα τον βοηθήσει στην
επίτευξη των στόχων του, όμως είναι μία μόνον στιγμή στη ζωή του και
προτιμότερο είναι να επιτύχει στις σπουδές του, ότι εν τέλει όλοι οι
άνθρωποι είναι άριστοι, εις εφ’ ω ετάχθη. Πολύ δε περισσότερο, οι
‘άριστοι’ θα χρειαστεί να εγκαταλείψουν κάθε έννοια αλαζονείας και να
συνεργαστούν με τους ‘μη άριστους’ στη ζωή τους, που όμως κι εκείνοι
μπορούν να διαπρέψουν σε άλλους ακαδημαϊκούς και μη τομείς, ή δεν
αποκλείεται να αριστεύσουν περισσότεροι εν καιρώ, όχι μία ελίτ. Κατά
συνέπεια, ο εγωισμός, η ματαιοδοξία και ο διαχωρισμός των ανθρώπων σε
ανώτερους και κατώτερους, καλούς και κακούς, δηλητηριάζουν τις
διαπροσωπικές και κοινωνικοπολιτικές μας σχέσεις. Ίσως ο χρόνος
φωτίσει μυαλά και μίζερες ζωές προς θετικές κατευθύνσεις.
Δεν είναι όμως καθρέφτης του σημερινού συντηρητισμού μόνον η χρήση της
αριστείας αλλά και το πώς πραγματοποιούνται οι επέτειοι. Δοξολογίες,
στεφάνια, ηρώα, πανηγυρικοί, παρελάσεις, σημαιοφόροι, επίσημοι και
ό,τι άλλο προβλέπεται ή συνηθίζεται από τις πρώτες δεκαετίες του
περασμένου αιώνα είναι επιβεβλημένο και δεν επιτρέπει καμία...
αμφισβήτηση. Όμως οι κάθε λογής πατριδοκάπηλοι με τις γνωστές κορώνες
και όσοι οικειοποιήθηκαν πράξεις και αξίες διαστρέφοντάς τες, ας
σκεφτούν ότι η αγάπη για τη γενέθλια γη, τον λαϊκό τοπικό πολιτισμό
(και όλους τους πολιτισμούς της γης), τους προγόνους και γονείς (αν
βέβαια υπήρξαν άνθρωποι ενάρετοι) δεν έχει καμία σχέση με τις
θεοφοβούμενες και τυπικές επιδείξεις, τα μαλλιοτραβήγματα και τις
τσιρίδες των μητέρων (και πατέρων) για την επιλογή του σημαιοφόρου,
τις εθιμοτυπικές διαδικασίες της παρέλασης και τα ρούχα τα σινιέ των
απογόνων όσων δεν αγωνίστηκαν τότε ενάντια στον φασισμό αλλά ήταν
αμέτοχοι ή δωσίλογοι, και δεν τιμούν ούτε σήμερα τους αγωνιστές του
χθες, αλλά ρέπουν προς κάθε είδους φασισμό. Θα μπορούσαν λοιπόν οι
ψεύτικες τυμπανοκρουσίες και φιέστες να αντικατασταθούν από ένα
ιστορικό και πολιτιστικό αφιέρωμα στους αγώνες των ηρώων, που αψήφησαν
τη ζωή τους για την ελευθερία. Και βέβαια, στο αφιέρωμα αυτό η τιμή θα
αποδοθεί στους ήρωες των στρατοπέδων και της αντίστασης, γυναίκες,
άνδρες και παιδιά, καθώς και στα εκατομμύρια θύματα της βαρβαρότητας
και θηριωδίας, όχι στον κάθε ηγέτη που επέλεξε την αντίσταση για τα
συμφέροντά του και εκ του ασφαλούς, στέλνοντας τα παιδιά του λαού στο
πολεμικό σφαγείο.
Στην περίπτωση του κλειστού και απομονωμένου τόπου περισσεύει κάθε
πικρία για τις ματαιώσεις της ζωής, που επιφέρει κακία, φθόνο για τον
επιτυχημένο συνάνθρωπο, συντηρητισμό από την έλλειψη ουσιαστικής
επαφής -πέραν των συναλλαγών- με τον Άλλο, τον διαφορετικό ως προς τη
φυλή, γεωγραφική καταγωγή και εθνότητα, κοινωνική προέλευση, (μη
κυρίαρχη) ιδεολογία, θρησκευτικές πεποιθήσεις, νοοτροπία, τρόπο ζωής.
Η ημιμάθεια, που διαποτίζει ούτως ή άλλως όλη την ελληνική συντηρητική
-υποκριτική και καιροσκοπική, καλύτερα- κοινωνία εντείνεται στα μικρά
μέρη, αν κάποιος δεν έχει βγει ‘έξω’ και ‘παραέξω’. Παράδειγμα
αποτελεί η απαίτηση κάποιων επηρμένων ‘μονόφθαλμων’ για επιφανειακές
επιβραβεύσεις που λίγη σημασία έχουν για τη ζωή του νέου. Το
εξωφρενικό βέβαια είναι ότι οι επιβραβεύσεις πρέπει και είθισται να
δίδονται με συγκεκριμένο τελετουργικό και τυπικό, οπότε βεβαίως
εγκαλείται κάθε νέηλυς μεταρρυθμιστής. Όποιος εκφράζει την καινοτομία
και την ιδέα της ισότητας γίνεται στόχος επιθέσεων, επειδή θα τονίσει
ότι κάθε άνθρωπος μπορεί να ξεχωρίζει με σεμνότητα (όχι με
χειροκροτητές και αλαλαγμούς), ότι η αριστεία θα τον βοηθήσει στην
επίτευξη των στόχων του, όμως είναι μία μόνον στιγμή στη ζωή του και
προτιμότερο είναι να επιτύχει στις σπουδές του, ότι εν τέλει όλοι οι
άνθρωποι είναι άριστοι, εις εφ’ ω ετάχθη. Πολύ δε περισσότερο, οι
‘άριστοι’ θα χρειαστεί να εγκαταλείψουν κάθε έννοια αλαζονείας και να
συνεργαστούν με τους ‘μη άριστους’ στη ζωή τους, που όμως κι εκείνοι
μπορούν να διαπρέψουν σε άλλους ακαδημαϊκούς και μη τομείς, ή δεν
αποκλείεται να αριστεύσουν περισσότεροι εν καιρώ, όχι μία ελίτ. Κατά
συνέπεια, ο εγωισμός, η ματαιοδοξία και ο διαχωρισμός των ανθρώπων σε
ανώτερους και κατώτερους, καλούς και κακούς, δηλητηριάζουν τις
διαπροσωπικές και κοινωνικοπολιτικές μας σχέσεις. Ίσως ο χρόνος
φωτίσει μυαλά και μίζερες ζωές προς θετικές κατευθύνσεις.
Δεν είναι όμως καθρέφτης του σημερινού συντηρητισμού μόνον η χρήση της
αριστείας αλλά και το πώς πραγματοποιούνται οι επέτειοι. Δοξολογίες,
στεφάνια, ηρώα, πανηγυρικοί, παρελάσεις, σημαιοφόροι, επίσημοι και
ό,τι άλλο προβλέπεται ή συνηθίζεται από τις πρώτες δεκαετίες του
περασμένου αιώνα είναι επιβεβλημένο και δεν επιτρέπει καμία...
αμφισβήτηση. Όμως οι κάθε λογής πατριδοκάπηλοι με τις γνωστές κορώνες
και όσοι οικειοποιήθηκαν πράξεις και αξίες διαστρέφοντάς τες, ας
σκεφτούν ότι η αγάπη για τη γενέθλια γη, τον λαϊκό τοπικό πολιτισμό
(και όλους τους πολιτισμούς της γης), τους προγόνους και γονείς (αν
βέβαια υπήρξαν άνθρωποι ενάρετοι) δεν έχει καμία σχέση με τις
θεοφοβούμενες και τυπικές επιδείξεις, τα μαλλιοτραβήγματα και τις
τσιρίδες των μητέρων (και πατέρων) για την επιλογή του σημαιοφόρου,
τις εθιμοτυπικές διαδικασίες της παρέλασης και τα ρούχα τα σινιέ των
απογόνων όσων δεν αγωνίστηκαν τότε ενάντια στον φασισμό αλλά ήταν
αμέτοχοι ή δωσίλογοι, και δεν τιμούν ούτε σήμερα τους αγωνιστές του
χθες, αλλά ρέπουν προς κάθε είδους φασισμό. Θα μπορούσαν λοιπόν οι
ψεύτικες τυμπανοκρουσίες και φιέστες να αντικατασταθούν από ένα
ιστορικό και πολιτιστικό αφιέρωμα στους αγώνες των ηρώων, που αψήφησαν
τη ζωή τους για την ελευθερία. Και βέβαια, στο αφιέρωμα αυτό η τιμή θα
αποδοθεί στους ήρωες των στρατοπέδων και της αντίστασης, γυναίκες,
άνδρες και παιδιά, καθώς και στα εκατομμύρια θύματα της βαρβαρότητας
και θηριωδίας, όχι στον κάθε ηγέτη που επέλεξε την αντίσταση για τα
συμφέροντά του και εκ του ασφαλούς, στέλνοντας τα παιδιά του λαού στο
πολεμικό σφαγείο.
ΣΧΟΛΙΑ