Ἄς μὴν εἶναι, Θεέ μου, βιαστικὴ ἡ ἡμέρα ἐτούτη τοῦ Ψυχοσάββατου... Νὰ περιμένει ἀκόμα λίγο, νὰ τὴν καταλάβουμε, καθὼς σεμνὰ καὶ μὲ ὁδηγὸ τὴ ...
Ἄς μὴν εἶναι, Θεέ μου, βιαστικὴ ἡ ἡμέρα ἐτούτη τοῦ Ψυχοσάββατου... Νὰ περιμένει ἀκόμα λίγο, νὰ τὴν καταλάβουμε, καθὼς σεμνὰ καὶ μὲ ὁδηγὸ τὴ Χαρ-μολύπη τὴν πανηγυρίζουμε. Πανηγυρίζουμε δηλαδή τὴν ἀπουσία ἤ τὴν παρου-σία προσώπων ἀγαπημένων, ἱερῶν καὶ προσφιλῶν προσώπων γιὰ μᾶς; Αὐτὸ ἀναρωτιέσαι καὶ προσπαθεῖς νὰ τὸ καταλάβεις ὅσο γίνεται καλύτερα, γιὰ νὰ ἐμπεδώσεις τελικὰ τὸ γεγονὸς τῆς ἠμέρας.
Γιατὶ ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ θὰ κομίσουν οἳ πιστοὶ στὴν ἐκκλησιὰ τὰ στολισμένα πιατάκια μὲ τὸ κόλυβο, ἀπό κεῖνες τὶς πε-ριούσιες ὧρες ποὺ ἀκούγονται μιὰ σειρὰ ὀνόματα κεκοιμημένων, ἀνθρώπων δι-κῶν μας ἤ ξένων, ἀνθρώπων ποὺ ἔζησαν πολλὰ χρόνια πρὶν καὶ δὲν τοὺς προ-φτάσαμε ἤ τοὺς ζήσαμε, κρατώντας μέσα στὸ θησαυροφυλάκιο τῆς ψυχῆς μας στιγμὲς ποὺ περάσαμε μαζί τους καὶ σφράγισαν τὸν βίο μας, ὅλων αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων τὸ Μνημόσυνο τελοῦμε καὶ τοὺς ἀνακαλοῦμε σήμερα νὰ μᾶς συ-ντροφέψουν... Νὰ μᾶς συντροφέψουν, κατεβαίνοντας ἀπό τὰ θρονιὰ ὅπου ἀνα-παύονται, γιὰ νὰ ξαναθυμηθοῦμε πάλι τὶς εὐλογημένες ὦρες ποὺ μαζί τους πε-ράσαμε. Ἀλήθεια, πόσες !!! Ὧρες πασίχαρες ἤ κουρασμένες, χωνεμένες στὸ κα-μίνι τῆς δοκιμασίας, τῆς πίκρας, τῆς ἀπαντοχῆς.
Γι᾿ αὐτὸ κι αὐτὴ ἡ μεγάλη μέρα τοῦ Ψυχοσάββατου κομίζει στὴν ψυχὴ σήμερα σταλαγμοὺς νοσταλγίας καὶ πα-ραμυθίας ἐντυπώσεις. Γιατὶ νοιώθουμε τὴν παρουσία ὅλων αὐτῶν ποὺ ταξίδε-ψαν γιὰ τὸν κόσμο τὸν ἀληθινό, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀπουσία τους, καθὼς ἐπιστρέφο-ντας στὸ σπίτι ἀγγίζουμε μὲ περισσὴ συγκίνηση τὰ πραγματά τους, τὶς εἰκόνες τους ποὺ ἀπομένουν σιωπηλές κρτατώντας σφιχτὰ στὰ χέρια καὶ στὰ χείλη τὸν κρυσταλλωμένο χρόνο. Κι ὅμως μέσα μας κάτι λέει ὅτι αὐτὴ ἡ περίεργη κατά-σταση, τῆς παρουσίας καὶ ἀπουσίας τους συνάμα, ἀναδύει καὶ τὴν προσδοκία, ὅτι δηλαδή θὰ ὑπάρξει συναντηση...
Ναί, συνάντηση, ποὺ θὰ συντελεστεῖ ἐκεῖ ποὺ ὁ Χρόνος δὲ σημαδεύει πρόσωπα καὶ γεγονότα. Καὶ τοῦτο ἐπειδὴ ἡ συνάντη-ση ἐκείνη θὰ συμβεῖ στὸ σημεῖο, ὅπου ἔχει πιὰ πραγματοποιηθεῖ ἡ ὑπέρβαση τοῦ Χρόνου. Κάτι, δηλαδή, ποὺ προγευόμαστε σήμερα, ἀφοῦ ἔχουμε σιμά μας τοὺς κεκοιμημένους μας, ἀλλὰ συνάμα τὸ νοιώθουμε πὼς εἶναι καὶ μακρυά μας...Τὸ μεγάλο Μυστήριο τῶν Κεκοιμημένων λοιπόν.
Γι᾿ αὐτὸ, Κύριε, ἄς μὴν εἶναι βιαστικὴ ἡ ἡμέρα τοῦ Ψυχοσάββατου ποὺ σιμώνει...
π. Κων. Ν. Καλλιανός
Γιατὶ ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ θὰ κομίσουν οἳ πιστοὶ στὴν ἐκκλησιὰ τὰ στολισμένα πιατάκια μὲ τὸ κόλυβο, ἀπό κεῖνες τὶς πε-ριούσιες ὧρες ποὺ ἀκούγονται μιὰ σειρὰ ὀνόματα κεκοιμημένων, ἀνθρώπων δι-κῶν μας ἤ ξένων, ἀνθρώπων ποὺ ἔζησαν πολλὰ χρόνια πρὶν καὶ δὲν τοὺς προ-φτάσαμε ἤ τοὺς ζήσαμε, κρατώντας μέσα στὸ θησαυροφυλάκιο τῆς ψυχῆς μας στιγμὲς ποὺ περάσαμε μαζί τους καὶ σφράγισαν τὸν βίο μας, ὅλων αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων τὸ Μνημόσυνο τελοῦμε καὶ τοὺς ἀνακαλοῦμε σήμερα νὰ μᾶς συ-ντροφέψουν... Νὰ μᾶς συντροφέψουν, κατεβαίνοντας ἀπό τὰ θρονιὰ ὅπου ἀνα-παύονται, γιὰ νὰ ξαναθυμηθοῦμε πάλι τὶς εὐλογημένες ὦρες ποὺ μαζί τους πε-ράσαμε. Ἀλήθεια, πόσες !!! Ὧρες πασίχαρες ἤ κουρασμένες, χωνεμένες στὸ κα-μίνι τῆς δοκιμασίας, τῆς πίκρας, τῆς ἀπαντοχῆς.
Γι᾿ αὐτὸ κι αὐτὴ ἡ μεγάλη μέρα τοῦ Ψυχοσάββατου κομίζει στὴν ψυχὴ σήμερα σταλαγμοὺς νοσταλγίας καὶ πα-ραμυθίας ἐντυπώσεις. Γιατὶ νοιώθουμε τὴν παρουσία ὅλων αὐτῶν ποὺ ταξίδε-ψαν γιὰ τὸν κόσμο τὸν ἀληθινό, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀπουσία τους, καθὼς ἐπιστρέφο-ντας στὸ σπίτι ἀγγίζουμε μὲ περισσὴ συγκίνηση τὰ πραγματά τους, τὶς εἰκόνες τους ποὺ ἀπομένουν σιωπηλές κρτατώντας σφιχτὰ στὰ χέρια καὶ στὰ χείλη τὸν κρυσταλλωμένο χρόνο. Κι ὅμως μέσα μας κάτι λέει ὅτι αὐτὴ ἡ περίεργη κατά-σταση, τῆς παρουσίας καὶ ἀπουσίας τους συνάμα, ἀναδύει καὶ τὴν προσδοκία, ὅτι δηλαδή θὰ ὑπάρξει συναντηση...
Ναί, συνάντηση, ποὺ θὰ συντελεστεῖ ἐκεῖ ποὺ ὁ Χρόνος δὲ σημαδεύει πρόσωπα καὶ γεγονότα. Καὶ τοῦτο ἐπειδὴ ἡ συνάντη-ση ἐκείνη θὰ συμβεῖ στὸ σημεῖο, ὅπου ἔχει πιὰ πραγματοποιηθεῖ ἡ ὑπέρβαση τοῦ Χρόνου. Κάτι, δηλαδή, ποὺ προγευόμαστε σήμερα, ἀφοῦ ἔχουμε σιμά μας τοὺς κεκοιμημένους μας, ἀλλὰ συνάμα τὸ νοιώθουμε πὼς εἶναι καὶ μακρυά μας...Τὸ μεγάλο Μυστήριο τῶν Κεκοιμημένων λοιπόν.
Γι᾿ αὐτὸ, Κύριε, ἄς μὴν εἶναι βιαστικὴ ἡ ἡμέρα τοῦ Ψυχοσάββατου ποὺ σιμώνει...
π. Κων. Ν. Καλλιανός
ΣΧΟΛΙΑ