ἤ, Ἀνασαίνοντας εὐωδίες γνήσιας ἀφιερωματικῆς πρακτικῆς ( Στὸν Παναγιώτη τὸ Γιατρό γιὰ τὰ ὀνομαστήριά του καὶ στὸν ξενιτεμ...
ἤ, Ἀνασαίνοντας εὐωδίες γνήσιας ἀφιερωματικῆς πρακτικῆς
( Στὸν Παναγιώτη τὸ Γιατρό γιὰ τὰ ὀνομαστήριά του καὶ στὸν ξενιτεμένο Στάθη, ἀφορμὴ νοερῆς ἐπιστροφῆς γιὰ συνεορτασμό)
Ἕνα ἀπὸ τὰ πλέον πολύτιμα κειμήλια ποὺ σώζεται σὲ καλή, λαμπρὴ-εὐτυχῶς κατάσταση στὸν ἐνοριακὸ ναὸ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου στὴ Γλώσσα εἶναι κι ἡ ὁλοκέντητη ποδιὰ/στολίδι γιὰ τὸ δισκέλιο, στὸν ὁποῖο τοποθετεῖται ἡ ἑορτιος εἰκόνα γιὰ προσκύνηση ἀπὸ τοὺς πιστούς. ( βλ. εἰκ)
Ὅπως φαίνεται δὲ στὴ φωτογραφία ποὺ παρατίθεται, ἕνα κόσμημα εἶναι αὐτὸ το ἔργόχειρο, τὸ ὁποῖο ἀφιερώθηκε ἐδῶ καὶ ἑκατὸν δέκα χρόνια στὴ Χάρη Της. Γιατὶ ὅπως μαρτυρεῖ ἡ χρονολογία ποὺ ὑπάρχει ἐπάνω στὸ κέντημα, ἡ προσφορά του ἔγινε τὸν Δεκεπενταύγουστο τοῦ 1906, γιὰ νὰ στολίσει ἔτσι τὸ ὑπέροχο αὐτὸ ἐργόχειρο τὴν Πανήγυρι τῆς πανσέπτου Κοιμήσεως τῆς τῶν Οὐρανῶν Ὑψηλοτέρας,καί, φυσικὰ νὰ τὴ λαμπρύνει.
Εἶναι, λοιπόν, τοῦτο τὸ πρόσφορο ἕνα ἀπὸ τὰ προσωπικὰ ἄνθη εὐλαβείας κάποιας ταπεινῆς ψυχῆς, κάποιας Γλωσσιώτισσας, ποὺ μήτε τὸ ὄνομά της ξέρουμε, μήτε τὸ σκοπὸ τῆς ἀφιερωματικῆς πρακτικῆς θὰ μάθουμε ποτέ. Κι ἐδῶ ποὺ τὰ λέμε, δὲν πειράζει, γιατὶ αὐτὰ τὰ γνωρίζει πολὺ καλὰ ὁ Θεὸς καὶ μαζί Του «ἡ ἐν πρεσβείας ἀκοίμητος Θεοτόκος καὶ προστασίαις ἀμετάθετος ἐλπίδα»: Ἐκείνη δηλ. στὴν Ὁποία καὶ προσφέρθηκε.
Ὅμως τὸ ἑόρτιο αὐτὸ γραπτὸ ἀλλοῦ θέλει νὰ προσανατολίσει τὸ λόγο του καὶ νὰ κεντρίσει τὸ ἐνδιαφέρον τοῦ ὅποιου φιλέορτου καὶ φιλότεχνου Γλωσσιώτη, Σκοπελίτη, φίλου τῶν νησιῶν μας καὶ τῶν παραδόσεών τους.
Ἄν προσέξουμε καλύτερα τὸ κέντημα αὐτὸ θὰ παρατηρήσουμε τὰ ἑξῆς:
Πρῶτα πρώτα ὅτι εἶναι ἕνα γνήσιο ἐργοχειρο μιᾶς Γλώσσιώτισσας καλλιτέχνιδος καὶ μὲ βαθύτατη εὐαισθησία ποτισμένη στὴν ψυχὴ καὶ στὸ εἶναι. Κι αὐτὸ τὸ μαρτυρεῖ μὲ ἔμφαση μοναδικὴ καὶ ὑπέροχο διδακτικὸ τρόπο ἡ ἀπουσία κάθε στοιχείου προβολής καὶ δή, αὐτοπροβολῆς. Δὲν τὴ νοιάζει δηλ. τὴν ἀξεπέραστη αὐτὴ κεντίστρα ἄν εἰσπράξει συγχαρητήριες εὐχὲς καὶ ἄλλα τέτοια κοσμητικὰ ἐπίθετα...Ἐδῶ ἔχουμε ἕνα τεκμήριο ἀφιερωματικῆς πρακτικῆς, τὸ ὁποῖο περιτράνως ἀποδεικνύει τὴ σχέση ἀνθρωπίνου καὶ θείου, ἀλλὰ καὶ κάτι ἀκόμα: ἐδῶ ἑρμηνεύεται σὲ ὅλο του τὸ μεγαλεῖο καὶ σὲ ὄλη του τὴν εὐπρέπεια τὸ, «Τὰ σὰ ἐκ τῶν σῶν...» τῆς Θείας Λειτουργίας.
Τὸ ἄλλο πάλι ποὺ καλεῖται νὰ προσέξει ὁ φιλότεχνος ἀναγνώστης εἶναι τὰ ζωντανὰ χρώματα. Χρώματα χλωρὰ λὲς, μόλις βγαλμένα ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ Δημιουργοῦ. Χρώματα ποὺ ἀντέχουν στὸ χρόνο, γιατὶ εἶναι ὅλα γνήσια, ἀφοῦ τόσον οἱ κλωστὲς ὅσο καὶ οἱ βαφὲς ἦταν ἔργα τῶν χειρῶν τῶν ντόπιων. Ὅλα γνήσια, ὅπως γνήσιοι ἦταν κι οἱ ἄνθρωποι, ἀλλὰ καὶ ἡ προσφορά τους.
Τέλος, καλὸ εἶναι νὰ σταθοῦμε μὲ ἱερὴ προσοχὴ πάνω στὸ χρόνο ποὺ διέθεσε αὐτὴ ἡ κεντίστρα, ὥστε νὰ τεχνουργηθεῖ αὐτὸ τὸ κόσμημα. Νύχτες μὲ τὸ λυχναρι φωτισμένες, μέρες ποτισμένες μὲ ἀγωνία, ὥστε νὰ τὰ προφτάσουν ὅλα-καὶ δὲν ἦταν λίγα αὐτὰ ποὺ εἶχε ἕνα σπίτι-ἀλλὰ καὶ προσευχή. Μὲ ἰκέσιο λόγο βαφτισμένο στὰ δάκρυα καὶ στοὺς στεναγμούς.
Μὲ τὸ ἄτεχνο αὐτὸ γραπτό, ποὺ συντάχθηκε γιὰ νὰ τιμηθεῖ ἡ μεγαλη γιορτὴ τοῦ Θερινοῦ τοῦ Πάσχα, ἡ συγκινητική, ἡ φορτισμένη μὲ μνῆμες εὐλογημένες Γιορτὴ τῆς Παναγιᾶς, τιμᾶται καὶ τὸ πρόσωπο αὐτῆς τῆς ἄγνωστης Γλωσσιώτισσας ποὺ μᾶς ἄφησε κληρονομιὰ πολύτιμη αὐτὸ τὸ ἀθάνατο κέντημα, γιὰ νὰ μᾶς θυμίσει καὶ κατι ἀκόμα: πώς ἡ Γλώσσα εἶχε πολιτισμό, γιατὶ εἶχε ἀνθρωπους εὐαίσθητους, καλλιτεχνικὰ ὤριμους καὶ δεμένους ἄρρηκτα μὲ τὶς παραδόσεις τοῦ τόπου τους. Αὐτὰ τὰ θεμελια δηλα. πάνω στὰ ὁποῖα στήνονται οἱ ὑγιεῖς καὶ ἔντιμες κοινωνίες.
Εὐλογημένο Δεκαπενταύγουστο.
Περισσότερα βλ. στὴ μελετη μου, Ὄψεις τοῦ Πολιτισμοῦ στὴ Γλώσσα τῆς Σκοπέλου ( 18ος-ἀρχὲς 20ου αἰ), περ. Θεσσαλικὸ Ἡμερολόγιο, τ. 71 (20170, σελ. 245- 254
π. Κ. Ν. Κ
ΣΧΟΛΙΑ