Θεοφιλὲς μνημοσυνο Δημητρίου Ἀρχιερέως ( Μακρῆ) καὶ παπα-Παναγιώτου ἱερέως ( Παπαδημητρίου) Τοπίο μακρυνό, ἀπλό καί νησιώτικο. Μέ τά θαλερἀ ...
Θεοφιλὲς μνημοσυνο Δημητρίου Ἀρχιερέως ( Μακρῆ) καὶ παπα-Παναγιώτου ἱερέως ( Παπαδημητρίου)
Τοπίο μακρυνό, ἀπλό καί νησιώτικο. Μέ τά θαλερἀ τἀ βιώματα χρόνων παλαιῶν καί λιτῶν νά εἰσοδεύουν στό σύθαμπο τῆς ψυχῆς, καθώς ἀγναντεύουν ἐκείνη τήν πανυγηρίζουσα ἐκκλησιά τῆς Παναγίας στό διπλανό τό χωριό, τή Γλώσσα. Τή θυμᾶσαι πάντα βαμμένη μέ χλωμό χρῶμα, ὠσάν νά βγῆκε ἀπό φλόγα κεροδοσιᾶς. Πάντα μεγαλόπρεπη, κατανυχτική, δίχως ἠλεκτρικά φῶτα αὐτά ἄναβαν ἀργότερα, μόλις ἄρχιζε ἡ νύχτα μέσα στό θερινό ἀπόβραδο, ὄταν ἄρχιζαν νά φέρνουν τά πρόσφορα καί τούς ἀναθρεμένους μέ προσοχή βασιλικούς, γιά τή Χάρη Της.
Τό μελιχρό τό φῶς τοῦ δειλινοῦ κατέβαινε ἁπαλό ἀπ᾿ τό σκοτεινοπράσινο τό κυπαρίσι τῆς αὐλῆς κι ἄφηνε τίς στερνές του τίς ἀχτίδες στά λαδοκάντηλα πού τ᾿ ἄναβε μέ ἱερή προσοχή ἡ ἐκκλησιάρισσα, γιά ν᾿ ἀρχίσει ἡ "ἀγρυπνιά".
Ὡστόσο ἡ ματιά θαμπωμένη ἐπιμένει νά κοιτάζει ἐκείνη τήν σεπτή εἰκόνα τῆς Κοιμήσεως πού εἶναι τοποθετημένη στό τρισκέλι, στολισμένη μέ γαρύφαλα, βασιλικά, ματζουράνα....
Ναί, δέν εἶναι ἡ εἰκόνα αὐτή ἔργο τέχνης, ἐνός περίφημου ἁγιογράφου. Αὐτός πού τήν ἱστόρησε, καπου στά τέλη τοῦ 19ου αἰ., ἦταν γέννημα θρέμμα αὐτοῦ τοῦ χωριοῦ καί τό κυριώτερο εἶχε ἀποθησαυρίσει μέσα στά χρώματα καί στά σχέδια τήν ἀπλότητα, πού συνόδευε, ὡς ἀρετή καί ἦθος, τούς συγχωριανούς του. Παράλληλα εἶχε ἀποταμιεύσει ἐκεῖ ὅλους τούς καϋμούς τους, τίς παρακλήσεις τους, τά δάκρυα καί τούς στεναγμούς, καταφέρνοντας νά δέσει τέλεια, τήν Παράδοση τοῦ χτές μέ τό σήμερα: Μιά Παράδοση πού δέν ἐπιτρέπεται, παρ᾿ ὅλες τίς προτροπές, καί τίς ἐπιταγές τῶν καιρῶν μας, ὅπως καταφρονηθεῖ καί διαγραφεῖ.
Αὐτή, λοιπόν, ἠ εἰκόνα μᾶς εἰσοδεύει καί φέτος, "τήν Κοίμησιν ἐποπτεῦσαι, τελευταῖον οὗσαν ἐπί γῆς Μυστήριον"τῆς Οἰκονομίας Του. Αὐτή ἡ εἰκόνα πού διακρατεῖ τή νοσταλγία μαζί μέ τή Μνήμη, τή θύμηση ὅσων ἀγαπήσαμε καί μᾶς ἀγαπησαν σ᾿ ἐκεῖνα τά χρόνια τά τρυφερά.....Τά χρόνια πού μοσχομύριζαν βασιλικό, θυμίαμα, ἁρμύρα καί νοτισμένο χῶμα.
Και γιά νὰ πληροφορήσω τόν φιλήστορα ἀναγνώστη μου σημειώνω πώς ἡ εἰκόνα αὐτή ἁγιογραφήθηκε ἀπό τόν Ἀναγνώστη παπα-Παναγίωτου, τόν μετέπειτα παπα-Δημήτριο παπα-Παναγιώτου, πού ὑπῆρξε ἁγιογράφος καί ἐφημεριος στήν Παναγία τῆς πατρίδας του, τή Γλώσσα. Ὑπηρξε μαθητής τῶν Γαλατσάνων Ἁγιογράφων Βενιαμίν καί Μακαρίου, ἀλλά καί τοῦ μοναχοῦ Εὐθυμίου τοῦ Ἰμβρίου.
Ἀπ’ αὐτόν ἔλαβαν τό ἐπίθετο Παπαδημητρίου ὅλοι οἱ ἐπίγονοι. Μέ τελευταῖο ἱερωμένο τόν μακαριστό παπα-Παναγιώτη Κ. Παπαδημητρίου, τόν ἔσχατο αὐτόχθονα Γλωσσιώτη ἐφημέριο.
π.κ. ν. κ.
Τοπίο μακρυνό, ἀπλό καί νησιώτικο. Μέ τά θαλερἀ τἀ βιώματα χρόνων παλαιῶν καί λιτῶν νά εἰσοδεύουν στό σύθαμπο τῆς ψυχῆς, καθώς ἀγναντεύουν ἐκείνη τήν πανυγηρίζουσα ἐκκλησιά τῆς Παναγίας στό διπλανό τό χωριό, τή Γλώσσα. Τή θυμᾶσαι πάντα βαμμένη μέ χλωμό χρῶμα, ὠσάν νά βγῆκε ἀπό φλόγα κεροδοσιᾶς. Πάντα μεγαλόπρεπη, κατανυχτική, δίχως ἠλεκτρικά φῶτα αὐτά ἄναβαν ἀργότερα, μόλις ἄρχιζε ἡ νύχτα μέσα στό θερινό ἀπόβραδο, ὄταν ἄρχιζαν νά φέρνουν τά πρόσφορα καί τούς ἀναθρεμένους μέ προσοχή βασιλικούς, γιά τή Χάρη Της.
Τό μελιχρό τό φῶς τοῦ δειλινοῦ κατέβαινε ἁπαλό ἀπ᾿ τό σκοτεινοπράσινο τό κυπαρίσι τῆς αὐλῆς κι ἄφηνε τίς στερνές του τίς ἀχτίδες στά λαδοκάντηλα πού τ᾿ ἄναβε μέ ἱερή προσοχή ἡ ἐκκλησιάρισσα, γιά ν᾿ ἀρχίσει ἡ "ἀγρυπνιά".
Ὡστόσο ἡ ματιά θαμπωμένη ἐπιμένει νά κοιτάζει ἐκείνη τήν σεπτή εἰκόνα τῆς Κοιμήσεως πού εἶναι τοποθετημένη στό τρισκέλι, στολισμένη μέ γαρύφαλα, βασιλικά, ματζουράνα....
Ναί, δέν εἶναι ἡ εἰκόνα αὐτή ἔργο τέχνης, ἐνός περίφημου ἁγιογράφου. Αὐτός πού τήν ἱστόρησε, καπου στά τέλη τοῦ 19ου αἰ., ἦταν γέννημα θρέμμα αὐτοῦ τοῦ χωριοῦ καί τό κυριώτερο εἶχε ἀποθησαυρίσει μέσα στά χρώματα καί στά σχέδια τήν ἀπλότητα, πού συνόδευε, ὡς ἀρετή καί ἦθος, τούς συγχωριανούς του. Παράλληλα εἶχε ἀποταμιεύσει ἐκεῖ ὅλους τούς καϋμούς τους, τίς παρακλήσεις τους, τά δάκρυα καί τούς στεναγμούς, καταφέρνοντας νά δέσει τέλεια, τήν Παράδοση τοῦ χτές μέ τό σήμερα: Μιά Παράδοση πού δέν ἐπιτρέπεται, παρ᾿ ὅλες τίς προτροπές, καί τίς ἐπιταγές τῶν καιρῶν μας, ὅπως καταφρονηθεῖ καί διαγραφεῖ.
Αὐτή, λοιπόν, ἠ εἰκόνα μᾶς εἰσοδεύει καί φέτος, "τήν Κοίμησιν ἐποπτεῦσαι, τελευταῖον οὗσαν ἐπί γῆς Μυστήριον"τῆς Οἰκονομίας Του. Αὐτή ἡ εἰκόνα πού διακρατεῖ τή νοσταλγία μαζί μέ τή Μνήμη, τή θύμηση ὅσων ἀγαπήσαμε καί μᾶς ἀγαπησαν σ᾿ ἐκεῖνα τά χρόνια τά τρυφερά.....Τά χρόνια πού μοσχομύριζαν βασιλικό, θυμίαμα, ἁρμύρα καί νοτισμένο χῶμα.
Και γιά νὰ πληροφορήσω τόν φιλήστορα ἀναγνώστη μου σημειώνω πώς ἡ εἰκόνα αὐτή ἁγιογραφήθηκε ἀπό τόν Ἀναγνώστη παπα-Παναγίωτου, τόν μετέπειτα παπα-Δημήτριο παπα-Παναγιώτου, πού ὑπῆρξε ἁγιογράφος καί ἐφημεριος στήν Παναγία τῆς πατρίδας του, τή Γλώσσα. Ὑπηρξε μαθητής τῶν Γαλατσάνων Ἁγιογράφων Βενιαμίν καί Μακαρίου, ἀλλά καί τοῦ μοναχοῦ Εὐθυμίου τοῦ Ἰμβρίου.
Ἀπ’ αὐτόν ἔλαβαν τό ἐπίθετο Παπαδημητρίου ὅλοι οἱ ἐπίγονοι. Μέ τελευταῖο ἱερωμένο τόν μακαριστό παπα-Παναγιώτη Κ. Παπαδημητρίου, τόν ἔσχατο αὐτόχθονα Γλωσσιώτη ἐφημέριο.
π.κ. ν. κ.
ΣΧΟΛΙΑ