Γιὰ νὰ θυμόμαστε... Μὲ συγκίνηση εἶδα τὶς φωτογραφίες ἀπὸ τὶς ἐργασίες τῆς ἀναπαλαίωσης τοῦ ἱστορικοῦ μονυδρίου τῶν Ταξιαρχῶ...
Γιὰ νὰ θυμόμαστε...
Μὲ συγκίνηση εἶδα τὶς φωτογραφίες ἀπὸ τὶς ἐργασίες τῆς ἀναπαλαίωσης τοῦ ἱστορικοῦ μονυδρίου τῶν Ταξιαρχῶν (εδώ). Γιατὶ πρόκειται γιὰ ἕνα σημαντικὸ μνημεῖο τῆς μεταβυζαντινῆς ἀρχιτεκτονικῆς, ἀπὸ τὰ ὡραιότερα τῶν Βορείων Σποραδων.
Θεωρῶ δὲ ἀναγκαῖο νὰ πληροφορήσω τὸν φιλίστορα ἀναγνώστη τὰ ἀκόλουθα, γιατὶ εἶναι ἀπαράιτητο, νομίζω, νὰ γνωρίζουμε τὶς ρίζες
μας, ἀλλὰ καὶ νὰ θυμόμαστε ἐκείνους ποὺ μᾶς χάρισαν αὐτὰ τὰ τεκμήρια μιᾶς τέχνης κορυφαίας καὶ ἀξεπέραστης.
Ἡ μονὴ αὐτή, λοιπόν, ἱδρύθηκε τὸ 1672 . Κτήτορες ὑπῆρξαν οἱ πρόγονοι τῆς παλιᾶς Γλωσσιώτικης οἰκογένειας τοῦ Γιαλῆ Ρεΐζη, ὁ Μπεφάνης τῆς Δημακίτζας.
Τὸ 1700 στὴ μονὴ αὐτὴ ἐκταβίωνε ἡ συνοδεία τοῦ ἱερομονάχου Ἰγνατίου, ἡ ὁποία, ὡστόσο, ἀντιμετώπισε κάποιες ἐπιθέσεις ἀπὸ « μερικοὺς ὀλιγόνοας λαϊκούς ἤ καὶ φιλοκερδεῖς», σύμφωνα μὲ τὸ Πατριαρχικὸ Γράμμα, τὸ ὁποῖο ἀπελύθη τὸν Μάϊο τοῦ 1707 ἐπὶ Πατριαρχείας Γαριὴλ τοῦ ἀπὸ Χαλκηδόνος. Μὲ τὸ Γραμμα αὐτὸ ἀπενεμήθη στὸ μονύδριο αὐτὸ ἡ Σταυροπηγιακὴ ἀξία, ἀλλὰ καὶ ἡ προστασία του ἀπὸ τὴ Μεγαλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία. Κι ὁ λόγος ἦταν στὸ νὰ ἀποφευχθεῖ «ἡ ἔνδεια καὶ πτωχεία,ἀλλὰ καὶ ἀκυβενησία» στὴν ὁποία εἶχε περιέλθει μετὰ τὴν ἀπομάκρυνση τοῦ ἡγουμένου καὶ ἐπιτρόπου τῆς μονῆς ἀπὸ τοὺς «ὀλιγόνοας λαϊκούς».
Τὸ 1770 οἱ ἀπόγονοι τῶν κτιτόρων ἀποφάσισαν νὰ ἀφιερώσουν τὸ μονύδριο αὐτὸ στὴν Ἀθωνικὴ Μονὴ τοῦ Ξηροποταμου, ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τῆς ἡγουμενίας στὸν Ταξιαρχη τοῦ ἱερομοναχου Μακαρίου, μὲ τὴν προυπόθεση «εἰς κάθε καιρὸν ὁποῦ πηγαίνουν εἰς τὸ μοναστήριον αὐτοί τε καὶ τὰ παιδία τους ἐν γενεαῖς γεναιῶν, ὡς κτήτορες νὰ φαίνονται τοῦ μοναστηρίου...».
Τὸν καιρὸ τοῦ Ἀγώνα, τὸ 1821 δηλ. μέχρι τὸ 1835 περίπου στὴ μονὴ ζεῖ ὁ ἱερομόναχος Ἄνθιμος μαζὶ μὲ τὸν παπα-Ἀντωνιος ἀπὸ τὰ Ἄγραφα, ποὺ διετέλεσε ἐφημεριος στὴ Γλώσσα.
Στὰ τελη τοῦ 19ου αἰ. ἀρχίζει ἡ σταδιακὴ παραχώρηση ἤ καὶ πώληση τῆς μοναστηριακῆς περιουσίας τοῦ Ταξιάρχη, ποὺ ὁλοκληρώνεται γύρω στὰ 1920.
Μετόχι τοῦ μονυδρίου ὑπῆρξε τὸ ἐξωκκλήσι τοῦ Ἁγίου Γεωργίου.
( περίληψη εὐρύτερης μελέτης) π. κ. ν. κ
Υ.γ. Θυμίζω καὶ κάτι ἀκόμη. Ἡ παλιὰ ἡ θύρα τοῦ μονυδρίου ἦταν κατασκευασμένη ἀπὸ ξύλο καστανιᾶς, τὸν ὁποῖο εἶχε ἐπενθυθεῖ μὲ σηδερένιες ταινίες. Μέχρι πρότινων ἐτῶν σώζονταν σὲ μιὰν ἄκρη, ἀφοῦ εἶχε ἀφαιρεθεῖ καὶ εἶχε τοποθετηθεῖ ἡ σημερινὴ...καγκελόπορτα!! Καλὸ εἶναι, λοιπόν, ἄν σώζεται ἡ παλιὰ νὰ συντηρηθεῖ καὶ νὰ φυλαχθεῖ σὲ ἐμφανὲς σημεῖο, γιατὶ ὅπως εἶχα πληροφορηθεῖ ἀπὸ παλιοὺς Γλωσσιῶτες, ἡ θύρα ἐκείνη ἔφερε σημάδια ἀπὸ τὰ βόλια τῶν ληστῶν ποὺ κάποτε πολιόρκησαν τὸ μοναστήρι.
Φρονῶ δὲ ὅτι στὴ θέση δὲ τῆς καγκελόπορτας νὰ τοποθετηθεῖ μιὰ νέα θύρα παρόμοια μὲ τὴν παλιά.
Μὲ συγκίνηση εἶδα τὶς φωτογραφίες ἀπὸ τὶς ἐργασίες τῆς ἀναπαλαίωσης τοῦ ἱστορικοῦ μονυδρίου τῶν Ταξιαρχῶν (εδώ). Γιατὶ πρόκειται γιὰ ἕνα σημαντικὸ μνημεῖο τῆς μεταβυζαντινῆς ἀρχιτεκτονικῆς, ἀπὸ τὰ ὡραιότερα τῶν Βορείων Σποραδων.
Θεωρῶ δὲ ἀναγκαῖο νὰ πληροφορήσω τὸν φιλίστορα ἀναγνώστη τὰ ἀκόλουθα, γιατὶ εἶναι ἀπαράιτητο, νομίζω, νὰ γνωρίζουμε τὶς ρίζες
μας, ἀλλὰ καὶ νὰ θυμόμαστε ἐκείνους ποὺ μᾶς χάρισαν αὐτὰ τὰ τεκμήρια μιᾶς τέχνης κορυφαίας καὶ ἀξεπέραστης.
Ἡ μονὴ αὐτή, λοιπόν, ἱδρύθηκε τὸ 1672 . Κτήτορες ὑπῆρξαν οἱ πρόγονοι τῆς παλιᾶς Γλωσσιώτικης οἰκογένειας τοῦ Γιαλῆ Ρεΐζη, ὁ Μπεφάνης τῆς Δημακίτζας.
Τὸ 1700 στὴ μονὴ αὐτὴ ἐκταβίωνε ἡ συνοδεία τοῦ ἱερομονάχου Ἰγνατίου, ἡ ὁποία, ὡστόσο, ἀντιμετώπισε κάποιες ἐπιθέσεις ἀπὸ « μερικοὺς ὀλιγόνοας λαϊκούς ἤ καὶ φιλοκερδεῖς», σύμφωνα μὲ τὸ Πατριαρχικὸ Γράμμα, τὸ ὁποῖο ἀπελύθη τὸν Μάϊο τοῦ 1707 ἐπὶ Πατριαρχείας Γαριὴλ τοῦ ἀπὸ Χαλκηδόνος. Μὲ τὸ Γραμμα αὐτὸ ἀπενεμήθη στὸ μονύδριο αὐτὸ ἡ Σταυροπηγιακὴ ἀξία, ἀλλὰ καὶ ἡ προστασία του ἀπὸ τὴ Μεγαλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία. Κι ὁ λόγος ἦταν στὸ νὰ ἀποφευχθεῖ «ἡ ἔνδεια καὶ πτωχεία,ἀλλὰ καὶ ἀκυβενησία» στὴν ὁποία εἶχε περιέλθει μετὰ τὴν ἀπομάκρυνση τοῦ ἡγουμένου καὶ ἐπιτρόπου τῆς μονῆς ἀπὸ τοὺς «ὀλιγόνοας λαϊκούς».
Τὸ 1770 οἱ ἀπόγονοι τῶν κτιτόρων ἀποφάσισαν νὰ ἀφιερώσουν τὸ μονύδριο αὐτὸ στὴν Ἀθωνικὴ Μονὴ τοῦ Ξηροποταμου, ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τῆς ἡγουμενίας στὸν Ταξιαρχη τοῦ ἱερομοναχου Μακαρίου, μὲ τὴν προυπόθεση «εἰς κάθε καιρὸν ὁποῦ πηγαίνουν εἰς τὸ μοναστήριον αὐτοί τε καὶ τὰ παιδία τους ἐν γενεαῖς γεναιῶν, ὡς κτήτορες νὰ φαίνονται τοῦ μοναστηρίου...».
Τὸν καιρὸ τοῦ Ἀγώνα, τὸ 1821 δηλ. μέχρι τὸ 1835 περίπου στὴ μονὴ ζεῖ ὁ ἱερομόναχος Ἄνθιμος μαζὶ μὲ τὸν παπα-Ἀντωνιος ἀπὸ τὰ Ἄγραφα, ποὺ διετέλεσε ἐφημεριος στὴ Γλώσσα.
Στὰ τελη τοῦ 19ου αἰ. ἀρχίζει ἡ σταδιακὴ παραχώρηση ἤ καὶ πώληση τῆς μοναστηριακῆς περιουσίας τοῦ Ταξιάρχη, ποὺ ὁλοκληρώνεται γύρω στὰ 1920.
Μετόχι τοῦ μονυδρίου ὑπῆρξε τὸ ἐξωκκλήσι τοῦ Ἁγίου Γεωργίου.
( περίληψη εὐρύτερης μελέτης) π. κ. ν. κ
Υ.γ. Θυμίζω καὶ κάτι ἀκόμη. Ἡ παλιὰ ἡ θύρα τοῦ μονυδρίου ἦταν κατασκευασμένη ἀπὸ ξύλο καστανιᾶς, τὸν ὁποῖο εἶχε ἐπενθυθεῖ μὲ σηδερένιες ταινίες. Μέχρι πρότινων ἐτῶν σώζονταν σὲ μιὰν ἄκρη, ἀφοῦ εἶχε ἀφαιρεθεῖ καὶ εἶχε τοποθετηθεῖ ἡ σημερινὴ...καγκελόπορτα!! Καλὸ εἶναι, λοιπόν, ἄν σώζεται ἡ παλιὰ νὰ συντηρηθεῖ καὶ νὰ φυλαχθεῖ σὲ ἐμφανὲς σημεῖο, γιατὶ ὅπως εἶχα πληροφορηθεῖ ἀπὸ παλιοὺς Γλωσσιῶτες, ἡ θύρα ἐκείνη ἔφερε σημάδια ἀπὸ τὰ βόλια τῶν ληστῶν ποὺ κάποτε πολιόρκησαν τὸ μοναστήρι.
Φρονῶ δὲ ὅτι στὴ θέση δὲ τῆς καγκελόπορτας νὰ τοποθετηθεῖ μιὰ νέα θύρα παρόμοια μὲ τὴν παλιά.
ΣΧΟΛΙΑ