Ὅσο πιὸ προηγμένος εἶναι ὁ πολιτισμὸς ἑνὸς ἔθνους, τόσο πιὸ πλούσιες σὲ προϊστορία, καὶ συνεπῶς καὶ σὲ οὐσία, εἶναι οἱ λέξεις τῆς γλώσσας......
Ὅσο πιὸ προηγμένος εἶναι ὁ πολιτισμὸς ἑνὸς ἔθνους, τόσο πιὸ πλούσιες σὲ προϊστορία, καὶ συνεπῶς καὶ σὲ οὐσία, εἶναι οἱ λέξεις τῆς γλώσσας... Μὲ τὴν γλώσσα μεταδίδομε λογικοὺς συνειρμοὺς καὶ διεγείρομε συναισθήματα... Κάθε λαὸς ἔχει τὴν γλώσσα ποὺ τοῦ ἀξίζει. Στὴν γλώσσα, ὅπως καὶ στὰ τραγούδια του, ἐναποθηκεύεται ὁ πολιτισμός του... εἶναι ὁ πιὸ ἀδιάψευστος μάρτυρας τῆς ἱστορικῆς του συνείδησης καὶ τῆς ἱστορικῆς του συνέχειας.»
Κ. Τσάτσος
Ἄν οἱ λέξεις εἶναι ὀχήματα ἐννοιῶν, οἱ ἄνθρωποι ποὺ τὶς προφέρουν καὶ τὶς ἁπλώνουν στὸ μέλλον, εἶναι τὰ πολύτιμα θησαυροφυλάκια, μέσα στὰ ὁποῖα καὶ ταμιεύεται αὐτὸς ὁ πόλυτιμος θησαυρός. Γιατὶ ἐκεῖνοι τὶς παραγουν, ἐκεῖνοι τὶς διαθέτουν, τὶς χειρίστηκαν καὶ στὸ τέλος μᾶς τὶς χαρίζουν : κειμήλια νὰ μείνουν κι αὐτὲς καὶ τεκμήρια ἰκανὰ ἐνὸς κόσμου ποὺ χάνεται πιά.
Κοιτὠντας πρόσφατα τὸν Παπαδιαμάντη, αὐτὴν τὴν πνευματική τρἀπεζα ποὺ ποτὲ δὲν θὰ χρεωκοπήσει, θυμήθηκα λέξεις καὶ λόγους περιφρονημένους καὶ σταλμένους στὸ περιθώριο σήμερα.. Λέξεις, ποὺ καποτε ζωντάνευαν μιὰ παραδοση, δηλαδὴ ἕναν κανονισμὸ βίου, ποὺ δὲν ἔχει ἀνάγκη συμβούλων ἤ περιττῶν συμβουλῶν.
Στὸν Λαμπριάτικο Ψάλτη λοιπόν, ὁ Παπαδιαμάντης βάζει τὸν ἥρωά του, τὸν μπάρπα Κωνσταντὸ τὸ πάρεδρο καὶ ψάλτη, νὰ πεῖ τὴ φράση αὐτή: «Ἐκλεψα ἕναν ὕπνον ἴσα μὲ ἕνα Πιστεύω».
Τὴ θυμᾶμαι αὐτὴ τὴ φράση ποὺ τὴν ἔλεγε κι ἡ συγχωρεμένη ἡ γιαγιά μου, ὅταν καμμιὰ φορὰ ἀποκοιμιόταν μὲ τὸ «τσουράπι» ποὺ ἔπλεκε, ἐκειδὰ δίπλα στὴν παραστιά. Κι ὅταν τὴ ρωτούσαμε: «Κ’μοίθκις, μανού», ἀπαντοῦσε: «Ἀρή, ἔκλιψα ἕναν ὕπνου ἴσα μὶ ἕνα Μπιστεύου».
Σήμερα, ὅπου αὐτὴ ἡ φράση ἐξορίστηκε ἀπό τὸ λεξιλόγιό μας σκέφτομαι τὸ πόσο δεμένοι ἦταν αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι μὲ τὴ λειτουργικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, κι ἄς μὴ γνωρίζανε γράμματα, « τὰ ψηφιά», ὅπως τὰ ἔλεγε...
Ἄλλη μιὰ εὐλογημένη συνήθεια ἦταν κι ἐκείνη ποὺ κάνανε αὐτοὶ οἱ σοφοὶ ἄνθρωποι. Ποτὲ δὲν ἀφήνανε «πκουσά» ψωμιοῦ στὸ τραπέζι, γιατὶ ἀφήνοντάς το ἄφηναν τὴ δύναμή τους -ἔτσι λέγανε. Κι ἦταν σωστὸ αὐτὸ γιατὶ εἴχανε βιώσει τὸ ψαλμικὸ «καὶ ἄρτος καρδίαν ἀνθρώπου στηρίζει» ( Ψαλμ. 103, 15). Χώρια ποὺ ἄν ἔπεφτε κανένα κομματι ψωμιοῦ χάμω τὸ παίρνανε μὲ εὐλάβεια καὶ τὰ ἀσπαζόντουσαν. Γιατὶ ξέρανε πὼς ἀπὸ τὸ ψωμὶ ἔβγαινε ὁ Ἀμνὸς τῆς Θ. Εὐχαριστίας.
Σήμερα, ποὺ στὰ σκουπίδια ὑπάρχουν ὁλόκληρα καρβέλια, σήμερα ποὺ ἡ εὐλάβεια ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων μετετράπη σὲ ἀσέβεια καὶ περιφρόνηση, ἀναπολῶ αὐτὰ ὅλα καὶ διερωτῶμαι: ἀλήθεια, σὲ τὶ τελικὰ προοδέψαμε;
π. Κων. Ν. Καλλιανός
Κ. Τσάτσος
Ἄν οἱ λέξεις εἶναι ὀχήματα ἐννοιῶν, οἱ ἄνθρωποι ποὺ τὶς προφέρουν καὶ τὶς ἁπλώνουν στὸ μέλλον, εἶναι τὰ πολύτιμα θησαυροφυλάκια, μέσα στὰ ὁποῖα καὶ ταμιεύεται αὐτὸς ὁ πόλυτιμος θησαυρός. Γιατὶ ἐκεῖνοι τὶς παραγουν, ἐκεῖνοι τὶς διαθέτουν, τὶς χειρίστηκαν καὶ στὸ τέλος μᾶς τὶς χαρίζουν : κειμήλια νὰ μείνουν κι αὐτὲς καὶ τεκμήρια ἰκανὰ ἐνὸς κόσμου ποὺ χάνεται πιά.
Κοιτὠντας πρόσφατα τὸν Παπαδιαμάντη, αὐτὴν τὴν πνευματική τρἀπεζα ποὺ ποτὲ δὲν θὰ χρεωκοπήσει, θυμήθηκα λέξεις καὶ λόγους περιφρονημένους καὶ σταλμένους στὸ περιθώριο σήμερα.. Λέξεις, ποὺ καποτε ζωντάνευαν μιὰ παραδοση, δηλαδὴ ἕναν κανονισμὸ βίου, ποὺ δὲν ἔχει ἀνάγκη συμβούλων ἤ περιττῶν συμβουλῶν.
Στὸν Λαμπριάτικο Ψάλτη λοιπόν, ὁ Παπαδιαμάντης βάζει τὸν ἥρωά του, τὸν μπάρπα Κωνσταντὸ τὸ πάρεδρο καὶ ψάλτη, νὰ πεῖ τὴ φράση αὐτή: «Ἐκλεψα ἕναν ὕπνον ἴσα μὲ ἕνα Πιστεύω».
Τὴ θυμᾶμαι αὐτὴ τὴ φράση ποὺ τὴν ἔλεγε κι ἡ συγχωρεμένη ἡ γιαγιά μου, ὅταν καμμιὰ φορὰ ἀποκοιμιόταν μὲ τὸ «τσουράπι» ποὺ ἔπλεκε, ἐκειδὰ δίπλα στὴν παραστιά. Κι ὅταν τὴ ρωτούσαμε: «Κ’μοίθκις, μανού», ἀπαντοῦσε: «Ἀρή, ἔκλιψα ἕναν ὕπνου ἴσα μὶ ἕνα Μπιστεύου».
Σήμερα, ὅπου αὐτὴ ἡ φράση ἐξορίστηκε ἀπό τὸ λεξιλόγιό μας σκέφτομαι τὸ πόσο δεμένοι ἦταν αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι μὲ τὴ λειτουργικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, κι ἄς μὴ γνωρίζανε γράμματα, « τὰ ψηφιά», ὅπως τὰ ἔλεγε...
Ἄλλη μιὰ εὐλογημένη συνήθεια ἦταν κι ἐκείνη ποὺ κάνανε αὐτοὶ οἱ σοφοὶ ἄνθρωποι. Ποτὲ δὲν ἀφήνανε «πκουσά» ψωμιοῦ στὸ τραπέζι, γιατὶ ἀφήνοντάς το ἄφηναν τὴ δύναμή τους -ἔτσι λέγανε. Κι ἦταν σωστὸ αὐτὸ γιατὶ εἴχανε βιώσει τὸ ψαλμικὸ «καὶ ἄρτος καρδίαν ἀνθρώπου στηρίζει» ( Ψαλμ. 103, 15). Χώρια ποὺ ἄν ἔπεφτε κανένα κομματι ψωμιοῦ χάμω τὸ παίρνανε μὲ εὐλάβεια καὶ τὰ ἀσπαζόντουσαν. Γιατὶ ξέρανε πὼς ἀπὸ τὸ ψωμὶ ἔβγαινε ὁ Ἀμνὸς τῆς Θ. Εὐχαριστίας.
Σήμερα, ποὺ στὰ σκουπίδια ὑπάρχουν ὁλόκληρα καρβέλια, σήμερα ποὺ ἡ εὐλάβεια ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων μετετράπη σὲ ἀσέβεια καὶ περιφρόνηση, ἀναπολῶ αὐτὰ ὅλα καὶ διερωτῶμαι: ἀλήθεια, σὲ τὶ τελικὰ προοδέψαμε;
π. Κων. Ν. Καλλιανός
ΣΧΟΛΙΑ