(Παλιὲς Σχολικὲς Γιορτὲς γιὰ τὴν 28η Ὀκτωβρίου στὸ Παλιὸ τὸ Κλῆμα) Στὴ Μνήμη τοῦ Δασκαλου μας Ἀνέστη Κούκουρα, ἀπὸ τοὺς Καθε...
(Παλιὲς Σχολικὲς Γιορτὲς γιὰ τὴν 28η Ὀκτωβρίου στὸ Παλιὸ τὸ Κλῆμα)
Στὴ Μνήμη τοῦ Δασκαλου μας Ἀνέστη Κούκουρα, ἀπὸ τοὺς Καθενοὺς Εὐβοίας.
Ὅσο περνοῦν τὰ χρόνια ἡ ἡμέρα αὐτὴ ἀποκτᾶ ἕνα μεγαλύτερο εἰδικὸ βάρος, ἀφοῦ τὴ μνήμη τῆς Ἐπετείου τὴ συνοδεύουν οἱ ἄλλες μνῆμες, οἱ Σχολικές. Καὶ μάλιστα σ᾿ ἕνα Σχολειὸ κάποιου μικροῦ χωριοῦ, στὰ χρόνια τῆς δεκαετίας τοῦ 1950. Γιατὶ τότε τιμούσαμε, δασκάλοι καὶ μαθητὲς τὴ μέρα αὐτή, ἀπὸ τὴν ὁποία τίποτε ἄλλο δὲ θυμᾶμαι παρὰ μονάχα ἐκείνη τὴ Γιορτή, τὴ Σχολικὴ Γιορτὴ γιὰ τὴν Ἐπέτειο, ποὺ ἀσφαλῶς γίνονταν τὸ ἀπόγευμα τῆς 28ης Ὀκτωβρίου. Ποτὲ πρίν. Γιορτὴ βουλιαγμένη μέσα στὸ μουντὸ φθινοπωριάτικο ἀπόβραδο καὶ φωτισμένη ἀπὸ κεῖνο τὸ χρυσαφένιο φῶς τοῦ «λούξ», ἀφοῦ ἠλεκτρικὸ τὸ χωριὸ δὲν εἶχε.
Ὡστόσο εἶχε παλμὸ ἡ Γιορτή, ποὺ τὴν πρετοιμάζαμε μέρες καὶ μέρες κάνοντας πρόβες στὰ ποιήματα, στὰ «σκέτς», στὰ τραγούδια.
Τὰ σκηνικὰ τὰ ἑτοίμαζε πάντα μὲ τὸ καλλιτεχνικὸ διαμόνιο ποὺ τὸν συνεῖχε ὁ Δάσκαλος, ὁ μακαρίτης σήμερα Ἀνέστης Κούκουρας, μὲ τὰ φτωχὰ μέσα ποὺ διέθετε ) π. χ, θυμᾶμαι ποὺ εἶχε φτιάξει μὲ χαρτόνι καὶ ἔγχρωμη, κιτρινωπὴ κόλα, αὐτὴ δηλ. ποὺ τυλίγανε τὰ γλυκά, τὸ ΟΧΙ καὶ τὸ τοποθέτησε πάνω στὴ μαρκίζα τῆς κεντρικῆς θύρας τοῦ Σχολέιου, βάζοντας πίσω ἕνα ἤ δύο «φακούς», τὰ γνωστὰ τότε «λάϊτ»,ἀναμμένους γιὰ νὰ φωτίζει.
Στὴ Γιορτὴ κατέφθανε ὅλο σχεδὸν τὸ χωριό, τόσο γιὰ νὰ καμαρώσει τὰ παιδιά του, ὅσο καὶ γιατὶ τέτοια θεάματα σπάνιζαν στὴ μικρὴ ἀγροτικὴ κοινωνία τοῦ Κλήματος.
Μπορεῖ νὰ ἔβρεχε, νὰ εἶχε κρύο, νὰ γίνονταν ἔξω «σκουτάδ᾿ ἄσβους», ὅμως ἡ γιορτὴ γιορτή κι ἡ παρουσία τῶν Κληματιανῶν ἀπαράιτητη. Ὅπως ἀπαράιτητα ἦταν στὸ τέλος καὶ τὰ σχόλια.
-«Ἀρή, τοὺειδις ποὼς τοῦπι τοὺ πήμα (=τὸ ποίημα δηλ)
ἤ, «Βρέ λιβιντιὰ ὁ ἀγγουνός, Γιουργό.... Νὰ τοῦνι χιρόσαστι κι καλὸ προυγόδου...» κ. ἄ πολλά.
Αὐτὰ ἀκούγονταν στὸ γυρισμὸ γιὰ τὸ σπίτι, ὅταν τέλειωνε ἠ Γιορτὴ καὶ φεύγανε ὅλοι συγκινημένοι καὶ εὐχαριστημένοι.
Μέχρι ποὔρθε ἕνας καιρὸς καὶ σταμάτησε τούτη ἠ εὐλογημένη καὶ νοσταλγικὴ προσπάθεια. Γιὰ ν᾿ ἀπομείνει στὴ Μνήμη ὡς πανίερο χαρισμα τοῦ χτὲς καὶ κέινου τοῦ χωριοῦ, ποὺ ὅσα κι ἄν κάνουν σήμερα δὲν τὰ ἀνασταίνουν.
παπα-κων. ν. καλλιανός, 28 Ὀκτ. 2014
Στὴ Μνήμη τοῦ Δασκαλου μας Ἀνέστη Κούκουρα, ἀπὸ τοὺς Καθενοὺς Εὐβοίας.
Ὅσο περνοῦν τὰ χρόνια ἡ ἡμέρα αὐτὴ ἀποκτᾶ ἕνα μεγαλύτερο εἰδικὸ βάρος, ἀφοῦ τὴ μνήμη τῆς Ἐπετείου τὴ συνοδεύουν οἱ ἄλλες μνῆμες, οἱ Σχολικές. Καὶ μάλιστα σ᾿ ἕνα Σχολειὸ κάποιου μικροῦ χωριοῦ, στὰ χρόνια τῆς δεκαετίας τοῦ 1950. Γιατὶ τότε τιμούσαμε, δασκάλοι καὶ μαθητὲς τὴ μέρα αὐτή, ἀπὸ τὴν ὁποία τίποτε ἄλλο δὲ θυμᾶμαι παρὰ μονάχα ἐκείνη τὴ Γιορτή, τὴ Σχολικὴ Γιορτὴ γιὰ τὴν Ἐπέτειο, ποὺ ἀσφαλῶς γίνονταν τὸ ἀπόγευμα τῆς 28ης Ὀκτωβρίου. Ποτὲ πρίν. Γιορτὴ βουλιαγμένη μέσα στὸ μουντὸ φθινοπωριάτικο ἀπόβραδο καὶ φωτισμένη ἀπὸ κεῖνο τὸ χρυσαφένιο φῶς τοῦ «λούξ», ἀφοῦ ἠλεκτρικὸ τὸ χωριὸ δὲν εἶχε.
Ὡστόσο εἶχε παλμὸ ἡ Γιορτή, ποὺ τὴν πρετοιμάζαμε μέρες καὶ μέρες κάνοντας πρόβες στὰ ποιήματα, στὰ «σκέτς», στὰ τραγούδια.
Τὰ σκηνικὰ τὰ ἑτοίμαζε πάντα μὲ τὸ καλλιτεχνικὸ διαμόνιο ποὺ τὸν συνεῖχε ὁ Δάσκαλος, ὁ μακαρίτης σήμερα Ἀνέστης Κούκουρας, μὲ τὰ φτωχὰ μέσα ποὺ διέθετε ) π. χ, θυμᾶμαι ποὺ εἶχε φτιάξει μὲ χαρτόνι καὶ ἔγχρωμη, κιτρινωπὴ κόλα, αὐτὴ δηλ. ποὺ τυλίγανε τὰ γλυκά, τὸ ΟΧΙ καὶ τὸ τοποθέτησε πάνω στὴ μαρκίζα τῆς κεντρικῆς θύρας τοῦ Σχολέιου, βάζοντας πίσω ἕνα ἤ δύο «φακούς», τὰ γνωστὰ τότε «λάϊτ»,ἀναμμένους γιὰ νὰ φωτίζει.
Στὴ Γιορτὴ κατέφθανε ὅλο σχεδὸν τὸ χωριό, τόσο γιὰ νὰ καμαρώσει τὰ παιδιά του, ὅσο καὶ γιατὶ τέτοια θεάματα σπάνιζαν στὴ μικρὴ ἀγροτικὴ κοινωνία τοῦ Κλήματος.
Μπορεῖ νὰ ἔβρεχε, νὰ εἶχε κρύο, νὰ γίνονταν ἔξω «σκουτάδ᾿ ἄσβους», ὅμως ἡ γιορτὴ γιορτή κι ἡ παρουσία τῶν Κληματιανῶν ἀπαράιτητη. Ὅπως ἀπαράιτητα ἦταν στὸ τέλος καὶ τὰ σχόλια.
-«Ἀρή, τοὺειδις ποὼς τοῦπι τοὺ πήμα (=τὸ ποίημα δηλ)
ἤ, «Βρέ λιβιντιὰ ὁ ἀγγουνός, Γιουργό.... Νὰ τοῦνι χιρόσαστι κι καλὸ προυγόδου...» κ. ἄ πολλά.
Αὐτὰ ἀκούγονταν στὸ γυρισμὸ γιὰ τὸ σπίτι, ὅταν τέλειωνε ἠ Γιορτὴ καὶ φεύγανε ὅλοι συγκινημένοι καὶ εὐχαριστημένοι.
Μέχρι ποὔρθε ἕνας καιρὸς καὶ σταμάτησε τούτη ἠ εὐλογημένη καὶ νοσταλγικὴ προσπάθεια. Γιὰ ν᾿ ἀπομείνει στὴ Μνήμη ὡς πανίερο χαρισμα τοῦ χτὲς καὶ κέινου τοῦ χωριοῦ, ποὺ ὅσα κι ἄν κάνουν σήμερα δὲν τὰ ἀνασταίνουν.
παπα-κων. ν. καλλιανός, 28 Ὀκτ. 2014
ΣΧΟΛΙΑ