Σταθήκαμε καὶ πάλι μπροστὰ στὴ Χάρη Της, κι ἀρχίσαμε νὰ Τῆς ἀπευθύνουμε τὰ ἀμέτρητα Χαῖρε, ἀντλώντας κι ἐμεῖς Χαρὰ, ἔστω καὶ Χαρμολύπη, ...
Σταθήκαμε καὶ πάλι μπροστὰ στὴ Χάρη Της, κι ἀρχίσαμε νὰ Τῆς ἀπευθύνουμε τὰ ἀμέτρητα Χαῖρε, ἀντλώντας κι ἐμεῖς Χαρὰ, ἔστω καὶ Χαρμολύπη, ἀπὸ τὴν Παρουσία Της, ἀπὸ τὴν ἀνύστακτη ἐπίβλέψή Της ἐν εὐμενείᾳ. Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὶς Παρασκευὲς τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς, ὅταν πιὰ ἀποτραβιέται τὸ μισοφωτισμένο παραπέτασμα τῶν προηγούμενων ἡμερῶν, τότε ἔρχεται Ἐκείνη, χρωματίζει μὲ αἰσιοδοξία τ᾿ ἀπόβραδο τῆς κάθε Σαρακοστιανῆς Παρακευῆς καὶ μᾶς ραίνει μὲ τὸ ροδόσταμο τῆς Χάρης
Της. Γιατὶ μᾶς προσκομίζει «τὸ θαύμα τῶν Χαιρετισμῶν Της νὰ νανουρίσει τὶςε ψυχές μας». ( μητροπολίτης Πέργης κ. Εὐαγγελος, Ἐκ Φαναρίου 1, σελ. 63). Τότε ἀναγαλλιάζει ἡ ψυχή μας, παίρνουμε κουραγιο καὶ μέσα στὴν ὅλη αὐτὴ εὐλογημένη καὶ θεοκατάνυκτη ἀτμόσφαιρα, Τῆς ἀπευθύνουμε τὰ ἀτέλειωτα χαῖρε. Μὲ νόημα ἀληθινὸ Τῆς ἀπευθυνουμε αὐτὰ τὰ Χαῖρε, γιατὶ μαζί Της ζοῦμε τὶς ἀτέλειωτες καὶ φιλανθρωπες δωρεὲς τοῦ Θεοῦ. Δωρεὲς ποὺ διαλύουν κάθε ἀμφιβολία, σκοτοδίνη καὶ ἀνησυχία. Κι ἄλλα πολλά.
«Χαῖρε δι᾿ ἧς νεουργεῖται ἡ Κτίσις...
Χαῖρε, κλῖμαξ ἐπουράνιε, δι᾿ ἧς κατεβη ὁ Θεός·
Χαῖρε, γέφυρα μετάγουσα τοὺς ἐκ γῆς πρὸς οὐρανόν...»
Τῆς λέμε, κι ἡ φωνή μας πάλλεται ἀπὸ ἄφατη συγκίνηση, τὰ χέρια μουδιάζουν καὶ στὰ μάτια μας ἀνεβαίνουν μικροὶ κρύσταλλοι τὰ δάκρυα. Γιατὶ δὲν ξέρουμε πὼς νὰ Τὴν εὐχαριστήσουμε «ἔτι καὶ ἔτι»
Καὶ τὰ Χαῖρε δὲν ἔχουν τελειωμό. Γιατὶ ὅπως ὁ Ἄγγελος μᾶς δίδαξε, ὅταν Τὴν ἐπισκέφτηκε στὸν Εὐαγγελισμό Της ( βλ. Λκ. 1, 24- 38 ) καὶ Τῆς ἀπηύθυνε Τὸ «Χαῖρε», ἔτσι κι ἐμεῖς τὰ καταθέτουμε στὴν Ἀγάπη Της. Ὄχι μονάχα τώρα, ἀλλὰ κι ὅποτε Τὴν Ἐγκωμιάζουμε, ὅπως π. χ στὴν πάνσεπτη Κοίμησή Της, ποὺ ψάλλουμε μὲ ὄλη μας τὴ συντριβὴ καὶ τὴ συγκίνηση: «Κεχαριτωμένη, Χαῖρε»...Κι Ἐκείνη εἶναι κεκοιμημένη...
Ὅταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εὔχεται στοὺς Φιλιππησίους τὸ «Χαίρετε, καὶ πάλι ἐρῶ χαίρετε» ( 4, 4), πιστεύω ὅτι συμπυκνώνει τὴν ἐπιθυμία τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε τὰ μέλλη Της νὰ χαίρονται πραγματικά. Κι ἐπειδὴ αὐτὸ δὲν εἶναι κατορθωτό, γιατὶ «πολλαὶ αἱ θλίψεις τῶν δικαίων» (Ψαλμ. 33, 20) τοποθέτησε ἀναμεσά μας τὴ θεοστήρικτη λέξη «Χαρμολύπη» γιὰ νὰ τὰ ἰσοζυγιάσει ὅλα. Κι ἔτσι ἔγινε.
Ὡστόσο, αὐτὸ ποὺ ἀπομένει τὶς μέρες αὐτὲς τὶς Σαρακοστιανὲς εἶναι ἄλλο. Εἶναι αὐτὸ ποὺ κλείνουν οἱ παρακάτω λίγες λέξεις, λέξεις μὲ ἀφάνταστα ἐκρηκτικὸ περιεχόμενο, ἀλλὰ κι αἰσιοδοξία καὶ φῶς.
«Χαῖρε, δι᾿ ἧς ἡ χαρὰ ἐκλάμψε
χαῖρε, δι᾿ ἧς ἡ ἀρὰ ἐκλείψει»
Πῶς λοιπόν, νὰ μὴν Τῆς προσφέρουμε τὰ τόσα Χαῖρε, ἀφοῦ ἀπομένει καὶ εἶναι ἡ αἰτία τῆς κάθε μας χαρᾶς; Τῆς τὸ λέμε, ἄλλωστε:
«Χαρᾶς αἰτία χαρίτωσον, ἡμῶν τὸν λογισμὸ τοῦ κραυγάζειν σοι·
Χαῖρε....νεφέλη ὁλόφωτε, ἡ τοὺς πιστοὺς ἀπάυστως ἐπισκιάζουσα»
Παρασκευή, 14 Μαρτίου 2014, Μετὰ τὴν Ἀκολουθία τῶν Χαιρετισμῶν
π. Κων. Ν. Καλλιανός
Της. Γιατὶ μᾶς προσκομίζει «τὸ θαύμα τῶν Χαιρετισμῶν Της νὰ νανουρίσει τὶςε ψυχές μας». ( μητροπολίτης Πέργης κ. Εὐαγγελος, Ἐκ Φαναρίου 1, σελ. 63). Τότε ἀναγαλλιάζει ἡ ψυχή μας, παίρνουμε κουραγιο καὶ μέσα στὴν ὅλη αὐτὴ εὐλογημένη καὶ θεοκατάνυκτη ἀτμόσφαιρα, Τῆς ἀπευθύνουμε τὰ ἀτέλειωτα χαῖρε. Μὲ νόημα ἀληθινὸ Τῆς ἀπευθυνουμε αὐτὰ τὰ Χαῖρε, γιατὶ μαζί Της ζοῦμε τὶς ἀτέλειωτες καὶ φιλανθρωπες δωρεὲς τοῦ Θεοῦ. Δωρεὲς ποὺ διαλύουν κάθε ἀμφιβολία, σκοτοδίνη καὶ ἀνησυχία. Κι ἄλλα πολλά.
«Χαῖρε δι᾿ ἧς νεουργεῖται ἡ Κτίσις...
Χαῖρε, κλῖμαξ ἐπουράνιε, δι᾿ ἧς κατεβη ὁ Θεός·
Χαῖρε, γέφυρα μετάγουσα τοὺς ἐκ γῆς πρὸς οὐρανόν...»
Τῆς λέμε, κι ἡ φωνή μας πάλλεται ἀπὸ ἄφατη συγκίνηση, τὰ χέρια μουδιάζουν καὶ στὰ μάτια μας ἀνεβαίνουν μικροὶ κρύσταλλοι τὰ δάκρυα. Γιατὶ δὲν ξέρουμε πὼς νὰ Τὴν εὐχαριστήσουμε «ἔτι καὶ ἔτι»
Καὶ τὰ Χαῖρε δὲν ἔχουν τελειωμό. Γιατὶ ὅπως ὁ Ἄγγελος μᾶς δίδαξε, ὅταν Τὴν ἐπισκέφτηκε στὸν Εὐαγγελισμό Της ( βλ. Λκ. 1, 24- 38 ) καὶ Τῆς ἀπηύθυνε Τὸ «Χαῖρε», ἔτσι κι ἐμεῖς τὰ καταθέτουμε στὴν Ἀγάπη Της. Ὄχι μονάχα τώρα, ἀλλὰ κι ὅποτε Τὴν Ἐγκωμιάζουμε, ὅπως π. χ στὴν πάνσεπτη Κοίμησή Της, ποὺ ψάλλουμε μὲ ὄλη μας τὴ συντριβὴ καὶ τὴ συγκίνηση: «Κεχαριτωμένη, Χαῖρε»...Κι Ἐκείνη εἶναι κεκοιμημένη...
Ὅταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εὔχεται στοὺς Φιλιππησίους τὸ «Χαίρετε, καὶ πάλι ἐρῶ χαίρετε» ( 4, 4), πιστεύω ὅτι συμπυκνώνει τὴν ἐπιθυμία τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε τὰ μέλλη Της νὰ χαίρονται πραγματικά. Κι ἐπειδὴ αὐτὸ δὲν εἶναι κατορθωτό, γιατὶ «πολλαὶ αἱ θλίψεις τῶν δικαίων» (Ψαλμ. 33, 20) τοποθέτησε ἀναμεσά μας τὴ θεοστήρικτη λέξη «Χαρμολύπη» γιὰ νὰ τὰ ἰσοζυγιάσει ὅλα. Κι ἔτσι ἔγινε.
Ὡστόσο, αὐτὸ ποὺ ἀπομένει τὶς μέρες αὐτὲς τὶς Σαρακοστιανὲς εἶναι ἄλλο. Εἶναι αὐτὸ ποὺ κλείνουν οἱ παρακάτω λίγες λέξεις, λέξεις μὲ ἀφάνταστα ἐκρηκτικὸ περιεχόμενο, ἀλλὰ κι αἰσιοδοξία καὶ φῶς.
«Χαῖρε, δι᾿ ἧς ἡ χαρὰ ἐκλάμψε
χαῖρε, δι᾿ ἧς ἡ ἀρὰ ἐκλείψει»
Πῶς λοιπόν, νὰ μὴν Τῆς προσφέρουμε τὰ τόσα Χαῖρε, ἀφοῦ ἀπομένει καὶ εἶναι ἡ αἰτία τῆς κάθε μας χαρᾶς; Τῆς τὸ λέμε, ἄλλωστε:
«Χαρᾶς αἰτία χαρίτωσον, ἡμῶν τὸν λογισμὸ τοῦ κραυγάζειν σοι·
Χαῖρε....νεφέλη ὁλόφωτε, ἡ τοὺς πιστοὺς ἀπάυστως ἐπισκιάζουσα»
Παρασκευή, 14 Μαρτίου 2014, Μετὰ τὴν Ἀκολουθία τῶν Χαιρετισμῶν
π. Κων. Ν. Καλλιανός
ΣΧΟΛΙΑ