Ἡ συμβολὴ τῆς Ἐκλησίας στὴν πνευματικὴ ἀφύπνηση τῶν Βορείων Σποράδων τὸν 18ο αἰ. Ἀναφερόμενος ὁ Φίλιππος Ἰωάννου στὸν Διδάσκαλο τοῦ Γένους...
Ἡ συμβολὴ τῆς Ἐκλησίας στὴν πνευματικὴ ἀφύπνηση τῶν Βορείων Σποράδων τὸν 18ο αἰ.
Ἀναφερόμενος ὁ Φίλιππος Ἰωάννου στὸν Διδάσκαλο τοῦ Γένους Γρηγόριο Κωνσταντᾶ, σημείωνε μεταξὺ τῶν ἄλλων καὶ τὰ ἑξῆς: «Ἡ εὐγνωμοσύνη ἀπαιτεῖ νὰ μνημονεύσωμεν τῶν ἀρχαιοτέρων Διδασκάλων τοῦ γένους ἠμῶν καὶ ὠφε΄λιμον εἶναι νὰ προτιθῆται ἡ ἀρετὴ ἐκείνων καὶ ὁ πρὸς πρὸς φωτισμὸν τῶν ὀμογενῶν των ζῆλος...» Καὶ πράγματι ἔτσι πρέπει νὰ γίνεται. Νὰ μνημονεύουμε «τῶν ἡγουμένων ἠμῶν» (Εβρ. 13, 7), ἀφοῦ μέσα σ᾿ αὐτοὺς συμπεριλαμβάνονται καὶ οἱ Διδάσκαλοί μας.
Ὡστόσο, αὐτὸ ποὺ ὀφείλουμε νὰ θυμίσουμε εἶναι καὶ τὸ ποιὸς ὑπῆρξε ὁ κινητήριος μοχλός, ἔτσι ὥστε νὰ ὑπάρχει Πνευματικὴ
κίνηση σὲ χρόνους καὶ καιροὺς σκοτεινοὺς, ὅπως ἦταν οἱ χρόνοι τῆς Ὀθωμανικῆς κυριαρχίας στὸ Νέο Ἑλληνισμό. Κι ἠ Ἱστορία ἀπέδειξε περιτράνως ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἦταν ἡ τροφὸς τοῦ Γένους κατὰ τοὺς χρόνους ἐκείνους. Ὅπως καὶ στὴν περίπτωση τῶν νησιῶν τῶν Βορείων Σποράδων, ἰδιάιτερα δὲ στὴ νῆσο Σκόπελο, τὴν ἕδρα τῆς Ἐπισκοπῆς καὶ τοῦ μεγαλύτερου νησιοῦ τοῦ ὡς ἄνω συμπλέγματος. Γιατὶ μέχρι τὸ 1724 ποὺ ἰδρύεται στὴ Χώρα τῆς Σκοπέλου ἡ Σχολὴ Ἑλληνικῶν Γραμμάτων τὴν ὁποία καὶ ἐπωνόμασαν σὲ Ἀκαδημία, καμμία πνευματικὴ κίνηση δὲν διαφαίνεται στὰ νησιὰ αὐτά, ἐκτὸς τῶν στοιχειδῶν γραμμάτων ποὺ δίδασκαν στὰ παιδιὰ οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ περίπου ἐγγράμματοι μοναχοί. Καὶ πιστοποιεῖται αὐτὸ ἀπό τὰλεγομενα δοκίμια τοῦ κονδυλίου τὰ ὁποῖα μέχρι σήμερα σώζονται σὲ παραφυλλα ἐκκησιαστικῶν βιβλιων ( Μηναίων, Παρακλητικῆς κ.λ.π.).
Τὸ 1724 λοιπόν μὲ τὴ συνδρομὴ τοῦ λογίου Ἱεράρχου πρ. Ναυπάκτου καὶ Ἄρτης Νεοφύτου Μαυρομάτη, ἀπό τὴν Ἀντίπαρο, ἱδρύεται Σχολὴ στὴ Χώρα τῆς Σκοπέλου μὲ δασκάλουνς τὸν ὅσιο Ἱερόθεο τὸν Ἰβηρίτη καὶ τὸν παπα-Μελέτιον Ἰβηρίτη ἐπίσης.
Γιὰ τὴν ἵδρυση τῆς Σχολῆς ζωηρὸ ἐνδιαφέρον ἔδειξαν τόσο ὀ τότε Ἐπίσκοπος Σκιάθου καὶ Σκοπέλου Κλήμης, «ἐπινεύσει τοῦ Κλήμεντος ἐπισκόπου Σκιάθου καὶ Σκοπέλου», θὰ γράψει ὁ πολὺς Γεδεών , ὅσο καὶ ὁ πολὺς ΧατζηΣτεφανὴς Δαπόντε, πατέρας τοῦ μεγάλου λογίου τοῦ 18ου αἰ Καισαρίου Δαπόντε .
Ὁ ΧατζηΣτεφανὴς ἐκτὸς τοῦ τίτλου τοῦ προύχοντος καὶ τοῦ Κόνσολου τῆς Ἀγγλίας ποὺ ἔφερε, ὑπῆρξε κτήτωρ τῆς Μονῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ στὴ Σκοπέλο, τὴν ὁποία καὶ ἀνακαίνισε διότι σώθηκε ἀπό θαῦμα τῆς Παναγίας .
Τὸ 1724 λοιπόν,θὰ ἔλθε στὴ Σκόπελο, ὅπου καὶ θὰ διδάξει ὁ ὅσιος Ἱερόθεος ὁ Ἰβηρίτης μαζὶ μὲ τὸν ἱεροδιάκονο Μελέτιο Ἰβηρίτη, ἐπίσης διδάσκαλο.
Ἡ Σχολὴ στὴν ὁποία ἔμελλε νὰ διδάξουν οἱ προαναφερόμενοι ἦταν «τῶν ἐγκυκλίων καὶ φιλοσοφικῶν μαθημάτων» καὶ ἡ ἀκτινοβολία της ὓπῆρξε τέτοια, ὥστε νὰ ἐπονομασθεῖ Ἀκαδημία. Ἡ προσωνυμία Ἀκαδημία. ποὺ ἔδωσε στὴ Σχολὴ ὁ Πατριάρχης Ἀντιοχείας Σίλβεστρος, στὴν ἀπό 3 Μαῒου 1725 ἐπιστολή του πρὸς τὸν πρώην Ἄρτης , μπορεῖ μὲν νὰ φαίνεται ὑπερβολικὴ, ὡστόσο δείχνει τὸ σημαντικὸ τῆς ἱδρύσεώς της, ποὺ ὠφέλησε ὄχι μόνο τὴ Σκόπελο, ἀλλὰ καὶ τὴν γύρω περιοχή . Σὲ επιστολή του δὲ πρὸς τὸν πρ. Ἄρτης ὁ Ἱερόθεος τὸ 1731 γράφει μεταξῦ τῶν ἄλλων καὶ τὰ ἐξῆς: «... Ἔρχονται καὶ ἀπό ἄλλους τόπους καὶ ἱερωμένοι καὶ ἐπιδίδει ἡ σχολὴ καὶ αὐξάνει» Ἔτσι, ἡ προσωνυμία Ἀκαδημία. ποὺ ἔδωσε στὴ Σχολὴ ὁ Πατριάρχης Ἀντιοχείας Σίλβεστρος, μπορεῖ μὲν νὰ φαίνεται ὑπερβολικὴ, ὡστόσο δείχνει τὸ σημαντικὸ τῆς ἱδρύσεώς της, ποὺ ὠφέλησε ὄχι μόνο τὴ Σκόπελο, ἀλλὰ καὶ τὴν γύρω περιοχή.
Μεταξὺ τῶν μαθητῶν τῆς Σχολῆς συμπεριλαμβάνεται καὶ ὁ πολὺς Κωνσταντῖνος Δαπόντες, ὁ μετέπειτα γνωστός μας μοναχὸς Καισάριος.
Τὸ 1736 ποὺ ἀναχωρεῖ ὁ ὅσιος Ἱερόθεος γιὰ τὴν ἐρημόννησο Γιοῦρα , γιὰ ἄσκηση καὶ προσευχή, ἡ Σχολὴ συνεχίζει τὸ ἔργο της μὲ τὸν Μελέτιο ὡς διδάσκαλο. Εἶναι δὲ ἡ πρώτη, ἀπ᾿ ὅσα γνωρίζουμε, προσπάθεια ποὺ ἔγινε τὰ χρόνια ἐκεῖνα στὰ νησιὰ τῶν Βορείων Σποράδων γιὰ τὴν Παιδεία τῶν ὑποδούλων. Τὸ σημαντικότερο δὲ ὅλων εἶναι, πὼς ἡ Παιδεία τῶν Βορείων Σποράδων στεφανώνεται ἀπὸ τὴν παρουσία καὶ τὴν προστασία ἐνὸς Ἁγίου, ὁ ὁποῖος, παράλληλα μὲ τὸ διδακτικό του ἔργο, ἐπιτελοῦσε καὶ τὸ ἔργο τῆς ἐπιμελείας τῶν ψυχῶν.
π. Κων. Ν. Καλλιανός
Ἀναφερόμενος ὁ Φίλιππος Ἰωάννου στὸν Διδάσκαλο τοῦ Γένους Γρηγόριο Κωνσταντᾶ, σημείωνε μεταξὺ τῶν ἄλλων καὶ τὰ ἑξῆς: «Ἡ εὐγνωμοσύνη ἀπαιτεῖ νὰ μνημονεύσωμεν τῶν ἀρχαιοτέρων Διδασκάλων τοῦ γένους ἠμῶν καὶ ὠφε΄λιμον εἶναι νὰ προτιθῆται ἡ ἀρετὴ ἐκείνων καὶ ὁ πρὸς πρὸς φωτισμὸν τῶν ὀμογενῶν των ζῆλος...» Καὶ πράγματι ἔτσι πρέπει νὰ γίνεται. Νὰ μνημονεύουμε «τῶν ἡγουμένων ἠμῶν» (Εβρ. 13, 7), ἀφοῦ μέσα σ᾿ αὐτοὺς συμπεριλαμβάνονται καὶ οἱ Διδάσκαλοί μας.
Ὡστόσο, αὐτὸ ποὺ ὀφείλουμε νὰ θυμίσουμε εἶναι καὶ τὸ ποιὸς ὑπῆρξε ὁ κινητήριος μοχλός, ἔτσι ὥστε νὰ ὑπάρχει Πνευματικὴ
κίνηση σὲ χρόνους καὶ καιροὺς σκοτεινοὺς, ὅπως ἦταν οἱ χρόνοι τῆς Ὀθωμανικῆς κυριαρχίας στὸ Νέο Ἑλληνισμό. Κι ἠ Ἱστορία ἀπέδειξε περιτράνως ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἦταν ἡ τροφὸς τοῦ Γένους κατὰ τοὺς χρόνους ἐκείνους. Ὅπως καὶ στὴν περίπτωση τῶν νησιῶν τῶν Βορείων Σποράδων, ἰδιάιτερα δὲ στὴ νῆσο Σκόπελο, τὴν ἕδρα τῆς Ἐπισκοπῆς καὶ τοῦ μεγαλύτερου νησιοῦ τοῦ ὡς ἄνω συμπλέγματος. Γιατὶ μέχρι τὸ 1724 ποὺ ἰδρύεται στὴ Χώρα τῆς Σκοπέλου ἡ Σχολὴ Ἑλληνικῶν Γραμμάτων τὴν ὁποία καὶ ἐπωνόμασαν σὲ Ἀκαδημία, καμμία πνευματικὴ κίνηση δὲν διαφαίνεται στὰ νησιὰ αὐτά, ἐκτὸς τῶν στοιχειδῶν γραμμάτων ποὺ δίδασκαν στὰ παιδιὰ οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ περίπου ἐγγράμματοι μοναχοί. Καὶ πιστοποιεῖται αὐτὸ ἀπό τὰλεγομενα δοκίμια τοῦ κονδυλίου τὰ ὁποῖα μέχρι σήμερα σώζονται σὲ παραφυλλα ἐκκησιαστικῶν βιβλιων ( Μηναίων, Παρακλητικῆς κ.λ.π.).
Τὸ 1724 λοιπόν μὲ τὴ συνδρομὴ τοῦ λογίου Ἱεράρχου πρ. Ναυπάκτου καὶ Ἄρτης Νεοφύτου Μαυρομάτη, ἀπό τὴν Ἀντίπαρο, ἱδρύεται Σχολὴ στὴ Χώρα τῆς Σκοπέλου μὲ δασκάλουνς τὸν ὅσιο Ἱερόθεο τὸν Ἰβηρίτη καὶ τὸν παπα-Μελέτιον Ἰβηρίτη ἐπίσης.
Γιὰ τὴν ἵδρυση τῆς Σχολῆς ζωηρὸ ἐνδιαφέρον ἔδειξαν τόσο ὀ τότε Ἐπίσκοπος Σκιάθου καὶ Σκοπέλου Κλήμης, «ἐπινεύσει τοῦ Κλήμεντος ἐπισκόπου Σκιάθου καὶ Σκοπέλου», θὰ γράψει ὁ πολὺς Γεδεών , ὅσο καὶ ὁ πολὺς ΧατζηΣτεφανὴς Δαπόντε, πατέρας τοῦ μεγάλου λογίου τοῦ 18ου αἰ Καισαρίου Δαπόντε .
Ὁ ΧατζηΣτεφανὴς ἐκτὸς τοῦ τίτλου τοῦ προύχοντος καὶ τοῦ Κόνσολου τῆς Ἀγγλίας ποὺ ἔφερε, ὑπῆρξε κτήτωρ τῆς Μονῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ στὴ Σκοπέλο, τὴν ὁποία καὶ ἀνακαίνισε διότι σώθηκε ἀπό θαῦμα τῆς Παναγίας .
Τὸ 1724 λοιπόν,θὰ ἔλθε στὴ Σκόπελο, ὅπου καὶ θὰ διδάξει ὁ ὅσιος Ἱερόθεος ὁ Ἰβηρίτης μαζὶ μὲ τὸν ἱεροδιάκονο Μελέτιο Ἰβηρίτη, ἐπίσης διδάσκαλο.
Ἡ Σχολὴ στὴν ὁποία ἔμελλε νὰ διδάξουν οἱ προαναφερόμενοι ἦταν «τῶν ἐγκυκλίων καὶ φιλοσοφικῶν μαθημάτων» καὶ ἡ ἀκτινοβολία της ὓπῆρξε τέτοια, ὥστε νὰ ἐπονομασθεῖ Ἀκαδημία. Ἡ προσωνυμία Ἀκαδημία. ποὺ ἔδωσε στὴ Σχολὴ ὁ Πατριάρχης Ἀντιοχείας Σίλβεστρος, στὴν ἀπό 3 Μαῒου 1725 ἐπιστολή του πρὸς τὸν πρώην Ἄρτης , μπορεῖ μὲν νὰ φαίνεται ὑπερβολικὴ, ὡστόσο δείχνει τὸ σημαντικὸ τῆς ἱδρύσεώς της, ποὺ ὠφέλησε ὄχι μόνο τὴ Σκόπελο, ἀλλὰ καὶ τὴν γύρω περιοχή . Σὲ επιστολή του δὲ πρὸς τὸν πρ. Ἄρτης ὁ Ἱερόθεος τὸ 1731 γράφει μεταξῦ τῶν ἄλλων καὶ τὰ ἐξῆς: «... Ἔρχονται καὶ ἀπό ἄλλους τόπους καὶ ἱερωμένοι καὶ ἐπιδίδει ἡ σχολὴ καὶ αὐξάνει» Ἔτσι, ἡ προσωνυμία Ἀκαδημία. ποὺ ἔδωσε στὴ Σχολὴ ὁ Πατριάρχης Ἀντιοχείας Σίλβεστρος, μπορεῖ μὲν νὰ φαίνεται ὑπερβολικὴ, ὡστόσο δείχνει τὸ σημαντικὸ τῆς ἱδρύσεώς της, ποὺ ὠφέλησε ὄχι μόνο τὴ Σκόπελο, ἀλλὰ καὶ τὴν γύρω περιοχή.
Μεταξὺ τῶν μαθητῶν τῆς Σχολῆς συμπεριλαμβάνεται καὶ ὁ πολὺς Κωνσταντῖνος Δαπόντες, ὁ μετέπειτα γνωστός μας μοναχὸς Καισάριος.
Τὸ 1736 ποὺ ἀναχωρεῖ ὁ ὅσιος Ἱερόθεος γιὰ τὴν ἐρημόννησο Γιοῦρα , γιὰ ἄσκηση καὶ προσευχή, ἡ Σχολὴ συνεχίζει τὸ ἔργο της μὲ τὸν Μελέτιο ὡς διδάσκαλο. Εἶναι δὲ ἡ πρώτη, ἀπ᾿ ὅσα γνωρίζουμε, προσπάθεια ποὺ ἔγινε τὰ χρόνια ἐκεῖνα στὰ νησιὰ τῶν Βορείων Σποράδων γιὰ τὴν Παιδεία τῶν ὑποδούλων. Τὸ σημαντικότερο δὲ ὅλων εἶναι, πὼς ἡ Παιδεία τῶν Βορείων Σποράδων στεφανώνεται ἀπὸ τὴν παρουσία καὶ τὴν προστασία ἐνὸς Ἁγίου, ὁ ὁποῖος, παράλληλα μὲ τὸ διδακτικό του ἔργο, ἐπιτελοῦσε καὶ τὸ ἔργο τῆς ἐπιμελείας τῶν ψυχῶν.
π. Κων. Ν. Καλλιανός
ΣΧΟΛΙΑ